26/5/08

Δημήτρης Παπαϊωάννου , Από το 2, στη Μήδεια(2)


Μετά τη μεγάλη επιτυχία του 2, που ήρθε έπειτα από χρόνια δουλειά εμπρός σ’ ένα πολύ μικρότερο αλλά πιστό κοινό, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου επιστρέφει στην πιο εμβληματική ίσως παράσταση της πάλαι ποτέ ομάδας του, της Ομάδας Εδάφους, για να την ξαναδουλέψει, να παίξει μαζί της αλλά όχι πια να τη χορέψει. Τα εισιτήρια, πάντως, της Μήδειας(2), λίγες μόνο ώρες μετά την έναρξη της προπώλησης, είχαν ήδη εξαντληθεί.

Από την Ευγενία Τζιρτζιλάκη

Συναντηθήκαμε με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου πριν από λίγους μήνες, όταν οι πρόβες δεν είχαν ακόμη χτυπήσει κόκκινο και η πρεμιέρα ήταν ακόμη αρκετά μακριά, ώστε να μας επιτραπεί μια κουβέντα αργή και ράθυμη που να αφορά την ουσία. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της συνέντευξης δημοσιεύτηκε στο προηγούμενο τεύχος της εφ. Αφήσαμε για τούτο το τεύχος κάποια πράγματα, από τα πολλά που είχαμε πει, που αφορούσαν πιο άμεσα την ίδια την παράσταση, ως διέγερση, υπόσχεση ή πρόκληση στην πρεμιέρα.

Με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου βρεθήκαμε στα καμαρίνια. Βυθισμένοι σ’ έναν μεγάλο μαύρο καναπέ και πίνοντας τον πρώτο καφέ της ημέρας, ξεκινήσαμε την κουβέντα αργά, σαν συσκευή που αναβοσβήνει πριν πάρει μπρος κανονικά, σαν τηλεπαιχνίδι…

Κύριε Παπαϊωάννου, θέατρο ή θέαμα;
«Δεν ξέρω, νομίζω θέατρο».
Ποια η διαφορά;
«Στο στόχο και στο βάθος της δόνησης. Έχω την εντύπωση ότι το θέαμα είναι λίγο πιο επιφανειακό…»
Έρωτας - Τέχνη: επικουρικά ή ανταγωνιζόμενα;
«Ανταγωνιζόμενα καθόλου! Ευτυχώς που υπάρχει και η τέχνη για να διερευνά τις ανεξιχνίαστες πτυχές του έρωτα της ζωής των καλλιτεχνών».

Γελάμε. Συνεχίζω τον βομβαρδισμό με ερωτήσεις τύπου κουίζ, γνωρίζοντας πως θυμίζουν λεύκωμα, ή, στην καλύτερη περίπτωση, ένα άλμπουμ με στιγμιότυπα ιδεών. Εκείνος, όμως, πραγματικά συλλογάται και απαντά με τα μάτια στυλωμένα στο κασετόφωνο. Δεν μπλέκεται μαζί μου, δεν κάνει καμία προσπάθεια να κατευθύνει την κουβέντα εκεί ή αλλού· τολμά όντως να εμπλέκεται με αυτές καθαυτές τις ιδέες.
Κοινωνία - Τέχνη: ένα έργο τέχνης θέτει ερωτήματα ή δίνει τολμηρές απαντήσεις;
«Νομίζω ότι μόνον θέτει ερωτήματα, επισημαίνει και κοιτάει, ενισχύοντας την αίσθηση ότι μεταξύ μας μπορούμε να συνεννοηθούμε και να επικοινωνήσουμε, no matter what. Κι έτσι, όπως έλεγε και ο Μπρεχτ, ενδυναμώνεται η διάθεση για ζωή. Δεν δίνει απαντήσεις η τέχνη, ούτε λύσεις – αλίμονο. Προσφέρει προβληματισμούς και στην καλύτερη περίπτωση ανοίγει τα μάτια, βλέπουμε γύρω μας και, αν έχουμε τη διάθεση, γινόμαστε λίγο πιο ανεκτικοί και λίγο καλύτεροι. Τελικά είναι πολιτική η δράση της τέχνης, αυτό θέλω να πω. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ενθαρρύνει τη σκέψη για καλυτέρευση, τη συνειδητότητα…»

Είναι όμως και πράγματα που βρίσκονται πέρα από την πρόθεση ή το αποτέλεσμα της τέχνης. Μιλάμε λοιπόν για τις πρακτικότητες, τα τεχνικά ζητήματα, τα προβλήματα, τις λύσεις, τα υλικά, τα σηκωμένα μανίκια. Και ξαφνικά μπαίνει στην κουβέντα ο τρίτος παρονομαστής, η ποίηση.
Ανάμεσα στο ρόλο της τέχνης και το μόχθο για χάρη της, πού χωρά η ποίηση;
«Η ποίηση είναι ένα είδος σύνθεσης. Αυτό που ονομάζουμε ποιητική στιγμή είναι μια καλή σύνθεση διαφόρων στοιχείων. Όταν κάτι μοιάζει ποιητικό, είναι σαν να έχει ανέβει η πραγματικότητα ένα σκαλοπάτι πάνω. Βέβαια την ώρα που δουλεύεις αυτό είναι πολύ λεπτό, αδιόρατο. Αλλά σ’ αυτό στοχεύει κανείς: να ανεβάζει τα υλικά αντικείμενα με μία σύνθεση (είτε πρόκειται για ένα σώμα, είτε για τραπέζι) σε ένα επίπεδο, στο ποιητικό, άρα σε μία μεταφορική στιγμή, έτσι ώστε να μοιραστούμε όλοι ιδέες και αισθήματα που είναι βγαλμένα από την ύλη. Και όλο αυτό μεταμορφώνεται σε ιδέα».

Κάνω ένα βήμα πίσω, χάριν της μεγάλης εικόνας και ρωτάω το μεγαλύτερο κλισέ όλων:
Τέχνη και Ζωή: είναι δύο ομόκεντροι κύκλοι ή δύο συνοριακές περιοχές που ανταλλάσσουν υλικό;
«Η δική μου η ζωή είναι η ενασχόληση με αυτό το πράγμα που κάνω, το οποίο αγωνίζομαι να είναι τέχνη. Δεν βρίσκω καμία διαφορά. Όλοι χρειαζόμαστε να κάνουμε κάτι για να περάσει ανώδυνα αυτή η ζωή. Εμείς, ως καλλιτέχνες, είμαστε πολύ τυχεροί που έχουμε κατά περιόδους, και μάλιστα σε ένα ομαδικό πνεύμα, την ευκαιρία να κλεινόμαστε σ’ έναν μικρόκοσμο ο οποίος αυταπόδεικτα έχει νόημα: να βγει η παράσταση. Ενώ στη ζωή το ψάχνεις διαρκώς αυτό το νόημα. Κι έτσι ζούμε ένα μεγάλο διάστημα με νόημα. Και μετά τελειώνει και ξαναέρχεσαι αντιμέτωπος με το ερώτημα αν έχει ή όχι νόημα η ζωή, πράγμα κρίσιμο για τον καθένα, και μετά πάλι το επόμενο πρότζεκτ και πάλι νόημα. Είμαστε τυχεροί γιατί είναι μια άσκηση ζωής και λειτουργίας μέσα σε μια μεταφορά όπως η τέχνη.
Μέχρι τα τριάντα, σκεφτόμουν το διαχωρισμό επαγγέλματος και προσωπικής ζωής. Μετά όμως συνειδητοποίησα ότι αυτό που κάνω για να ζω και να περνά πιο εύκολα ο χρόνος είναι αυτό που μ’ αρέσει, άρα ο διαχωρισμός είναι εγκεφαλικός και πλαστός. Όταν δεν δουλεύω είμαι ένα πράγμα, όταν δουλεύω είμαι αυτό το πράγμα προσανατολισμένο με αυτό τον τρόπο, και αυτά τα δύο είναι ένα. Ως φιλότεχνος, η τέχνη είναι για μένα τροφή – το γκουρμέ του πνεύματος. Είναι για το ευ ζην, για να βαθαίνω τη συνείδησή μου για τη ζωή και να μπορώ να λειτουργώ τα συναισθηματικά, τα ψυχικά και τα πνευματικά μου μέσα σαν διαρκώς να τα γυμνάζω. Ως κατασκευαστής, όμως, έχω άλλη λειτουργία».

Ο διαχωρισμός των ρόλων μού κάνει εντύπωση. Από τη μια κοιτάζει τη σκηνή ο θεατής Δημήτρης Παπαϊωάννου, κι από μια άλλη θέση, δυσκολότερη ίσως, παρακολουθεί ο δημιουργός. Αλλά κι ο ίδιος ο δημιουργός χωρίζεται σε δύο: στον χορογράφο και στον χορευτή. Αναρωτιέμαι ποιον από τους δύο ρόλους προτιμά, αν μπορεί να διαλέξει.

«Όταν χορεύεις, έχεις εξαντληθεί, νιώθεις τον κάματο, που είναι πολύ ευχάριστος, έχεις ανταλλάξει ενέργεια με το κοινό και είναι μία τελείως διαφορετική εξισορροπητική δύναμη για τη ζωή. Όταν το βλέπεις απ’ έξω, να γίνεται ερήμην σου, είναι μια άλλη πολύ ισχυρή ικανοποίηση – πρόκειται για διαφορετικούς τόνους ευχαρίστησης. Πάντως εδώ που είμαι είναι αυτό που προτιμώ.»
Και το κοινό; Πού χωρά στην εξίσωση; Τον ρωτάω ποια είναι για εκείνον η ιδανική σχέση με τον τελικό αποδέκτη, δηλαδή το κοινό.
«Το κοινό ενδιαφέρον. Δηλαδή, να προσπαθώ να εκφραστώ και να μην εγκλωβίζομαι αυτιστικά στον εαυτό μου – αυτό ζητάω από τον εαυτό μου, να κάνω αυτό που πραγματικά μου αρέσει, αλλά σαν μια διαρθρωμένη πρόταση επικοινωνίας, κι όχι σαν άναρθρη κραυγή (εκτός αν αυτό είναι που χρειάζεται) – και το κοινό να ενδιαφέρεται γι’ αυτό, για δικούς του, προσωπικούς λόγους, που δεν έχουν σχέση μ’ εμένα. Η ιδανική σχέση με το κοινό είναι μέσα από το έργο, και μόνον, και την καταλαβαίνω μονάχα λειτουργικά σε σχέση με ό,τι φτιάχνω.
Εγώ μόνο μηχανικά το καταλαβαίνω – ότι το μπουζί πρέπει να δίνει φλόγα εκεί, για να περπατήσει το αμάξι. Τώρα το αμάξι τι έχει να μας πει, δεν το ξέρω. Πρέπει να πάει, αυτό είναι σίγουρο. Πρέπει να κυλήσει και να λειτουργήσει η μηχανή.
Εκείνο που ξέρω, δουλεύοντας πάλι τώρα τη Μήδεια(2), είναι πως, πεντακάθαρα, δεν έχω τίποτε καινούργιο να πω για την ιστορία. Το μόνο που έχω να πω, είναι ότι βλέπω μία από τις λύσεις για να πει κανείς μια ιστορία σαφώς. Δεν είναι εύκολο πράγμα αυτό, και η Μήδεια φαίνεται ότι έχει εκεί ένα στοίχημα. Προτείνουμε μία λύση για το πώς να αφηγηθείς. Αυτοί είναι οι προβληματισμοί μου: πώς λες μια ιστορία, αν είναι σαφής, αν χτίζεται αρκετό σασπένς σε σχέση με το νερό που χωρίζει τους δύο χαρακτήρες και χρειάζεται μια ολόκληρη Αργοναυτική για να συναντήσει ο άντρας τη γυναίκα, κι αν αυτό χτίζεται σωστά ενεργειακά στη δομή της παράστασης ώστε να νιώσεις ότι αυτό είναι ένα ταξίδι, αν το νερό είναι στοιχείο αρκετά θηλυκό αλλά και σκοτεινό, ώστε να δικαιολογήσει τη μετατροπή της Μήδειας τη στιγμή που, προδομένη ως γυναίκα, αποφασίζει να κόψει τη ρίζα του Ιάσονα με τα παιδιά του και την επόμενη γυναίκα του, αν τα όρια του τραπεζιού μπορούν να δώσουν τη αίσθηση των ορίων των χαρακτήρων που δεν μπορούν να επικοινωνήσουν γιατί αυτός αναρριχάται κοινωνικά, ενώ αυτή έχει παραδώσει τα πάντα λόγω ενός έρωτα… αυτό εννοώ να λες ιστορίες. Να λες καθαρά τα βασικά στοιχεία, αλλά, φυσικά, και την ουσία της ιστορίας σε σχέση με την εσωτερική περιπέτεια, πάλι χωρίς να λέμε τίποτε καινούργιο. Η ιστορία είναι γνωστή: η Μήδεια είναι μία εξαιρετική γυναίκα που ερωτεύτηκε έναν ήρωα μάτσο ο οποίος την χρησιμοποίησε και μετά θέλησε να χρησιμοποιήσει και μία άλλη γυναίκα για να ανέλθει κι άλλο κοινωνικά. Και ενώ διάλεξε μια σπάνια γυναίκα, δεν ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει το πώς θα μεταστρέφονταν αυτό το πλάσμα όταν προδοθεί. Αυτά όμως τα λένε όλοι. Το θέμα είναι πώς μεταφράζεται αυτό με τα όρια, την αρχιτεκτονική, τους χρόνους κτλ., ταυτόχρονα με ένα χορόδραμα που λέει την ιστορία – αυτά τα επίπεδα της αφήγησης με απασχολούν, και έχουν να κάνουν με τη σαφήνεια και τη σωστή άρθρωση των μέσων ενός καλλιτέχνη.
Κάθε έργο είναι μία συναρμογή επιπέδων και στοιχείων στο εργαστήριο, που λέγεται πρόβα. Κατασκευάζουμε, ως αρχιτέκτονες, αλλά δεν είναι κι εύκολο να χτίζεις ένα κτίριο, ούτε να περάσει η ώρα. Να χτίζεις στιγμές – αυτή είναι η δουλειά, δεν υπάρχει κάτι άλλο που να απασχολεί κανέναν την ώρα που δουλεύει, εγώ αυτό καταλαβαίνω».

Η σαφήνειά του είναι τόση που εξαντλεί το αντικείμενο. Αλλάζουμε λοιπόν θέμα και αναφερόμαστε στην Ολυμπιάδα. Η τελετή έναρξης τον έφερε σε επαφή με ένα πολύ ευρύτερο κοινό και του προσέφερε την ευκαιρία – από πλευράς παραγωγής, προϋπολογισμού, κ.λπ. – να κάνει πολλά παραπάνω πράγματα. Μπορεί όμως άραγε ένας τεράστιος προβολέας που αστράφτει αίφνης πάνω σε κάποιον να τον τυφλώσει; Είναι έστω και λίγο επικίνδυνη αυτή η ευκαιρία;

«Φαντάζομαι ότι αν διαβρωθείς εσωτερικά, οτιδήποτε είναι επικίνδυνο – μία μόνιμη σχέση, μία μεγάλη επιχορήγηση, μία δουλειά σε ιδιωτική εταιρεία… Εγώ δεν αισθάνομαι επικινδυνότητα, αλλά τεράστια ανακούφιση. Σημασία, όμως, έχει μόνον το αποτέλεσμα, δηλαδή το έργο».

Κι η ζωή η ίδια, η ζωή του καθενός, θα μπορούσε να οριστεί ως έργο εν εξελίξει. Στη ζωή λοιπόν, τι θησαυρούς διψάει για το μέλλον; Τον ρωτώ τι αποζητά τώρα.
«Θέλω να εντοπίσω στον εαυτό μου την ανατρεπτική πλευρά του, η οποία κρύβεται μέσα στα πράγματα – λόγω της φύσης μου – συνήθως ευγενικά. Θέλω να της δώσω λίγη περισσότερη τροφή. Και θα ήταν ωραίο να συνεχίσω να μπορώ να παρέχω σ’ εμένα και στην ομάδα μου, την πολυτέλεια του χρόνου προετοιμασίας, όπως έκανα στο 2 και όπως κάνω τώρα. Βρίσκω ότι είναι πολύ ουσιαστικό αυτό, για το χαρακτήρα μου και για την τωρινή μου φάση. Θέλω χρόνο – μ’ αρέσει ο χρόνος».

Του ζητώ κάτι τελευταίο. Να μοιραστεί τις σκέψεις του για ένα θέμα στην αιχμή της επικαιρότητας: το Θιβέτ, την Κίνα, τους Ολυμπιακούς, την ελευθερία. Η απάντησή του άμεση και καθαρή σαν κρύο νερό στο πρόσωπο.
«Πολύ καλά κάνουν και πιέζουν εν όψει της Ολυμπιάδας, για να γίνει κάτι με αυτή την απαράδεκτη κατάσταση στο Θιβέτ».

«Για μένα ο Δημήτρης είναι...»

ΚΩΝΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΗΤΑ:

«Ένας εικαστικός που κίνησε έναν ήρωα....»

Ο Δημήτρης Παπαιωάννου είναι ένας εικαστικός που μπόρεσε κάποια στιγμή και κίνησε έναν ήρωά του, αυτόν από τα πρώτα του κόμικς, κάποια στιγμή τον υποδύθηκε και μετέφερε τις εικόνες που είδε και εκείνος στις περιπέτειες της Ομάδας Εδάφους. Έχω συχνά αυτή την ανάμνηση ενός ανθρώπου που καρφιτσώνει στους τοίχους αποσπασματικές φωτογραφίες ανθρώπων και σκίτσων και μέσα από τυχαίες διαφορετικές τροχιές βρίσκει τη μία μοναδική κίνηση που ενώνει τους πάντες και τα πάντα. Οι ήρωές του είναι χαρακτήρες από κάρβουνο που διαγράφουν πορείες ζωής πάνω σε μια λευκή επιφάνεια και, στην πορεία, νιώθεις να μεταφέρουν συναισθήματα ενός προσωπικού κόσμου. Σε έναν κόσμο όπου το αστείο μετά από λίγα λεπτά μοιάζει με σοβαρή υπόθεση και το αντίστροφο. Ένα καθαρό ουδέτερο βαθύ συναίσθημα που έρχεται μέσα από την κατανόηση της τέχνης, τίποτε παραπάνω και τίποτε λιγότερο. Μέσα από αυτό έχτισε τον δικό του κόσμο.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ:

«Ένας από τους μεγάλους μάγους των ημερών μας...»

Αρχές της δεκαετίας του 1980 γνώρισα τον Δημήτρη Παπαϊωάννου σε μια γιορτή στο σπίτι του Αλέξη Μπίστικα. Έκτοτε παραμείναμε φίλοι, με όλη την γκάμα συναισθημάτων και αντοχών που η ένταση της φιλίας προκαλεί. Σε αυτά τα τριάντα χρόνια ο Δημήτρης έκανε αδιανόητα επαγγελματικά και καλλιτεχνικά άλματα, ξεσηκώνοντας κάθε τόσο το αθηναϊκό κοινό, προκαλώντας έντονα σχόλια μεταξύ των καλλιτεχνών και κερδίζοντας όλο και περισσότερο το θαυμασμό και την εκτίμηση του κόσμου. Ο κόσμος αυτός είναι ο πιο τίμιος συνεταίρος στη δουλειά του, γι’ αυτό και τον συνυπολογίζει πάντα εξαρχής, με μεγάλη σοβαρότητα, σε κάθε του δημιουργία. Η συνεχής συνομιλία και η αγάπη του για τον κόσμο τον ανανεώνει καλλιτεχνικά και του εξασφαλίζει τα επόμενα βήματα και τη σιγουριά στο αβέβαιο, θολό τοπίο της εγχώριας πολιτιστικής μας πραγματικότητας. Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου είναι ένας από τους μεγάλους μάγους των ημερών μας, που θα συνεχίσει να μας κερνά κάθε τόσο τους υπέροχους χυμούς της φαντασίας του.

INFO:
Σύλληψη – Σκηνοθεσία – Χορογραφία:
Δημήτρης Παπαϊωάννου
Σκηνικά: Νίκος Αλεξίου
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Σχεδιασμός και Σύνθεση Ήχων: Coti K.
Μουσική: Κολάζ από όπερες του Μπελίνι
Art Direction – Κοστούμια: Θάνος Παπαστεργίου - Δημήτρης Παπαϊωάννου
Γλυπτική: Νεκτάριος Διονυσάτος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Τίνα Παπανικολάου
Ερμηνεύουν:
Μήδεια: Ευαγγελία Ράντου
Ιάσων: Γιάννης Νικολαΐδης
Σκύλος: Άρης Σερβετάλης
Γλαύκη: Κατερίνα Λιόντου
Ήλιος: Φοίβος Παπαδόπουλος
Αργοναύτες: Νίκος Δραγώνας, Μιχάλης Ελπιδοφόρου, Νίκος Καλογεράκης, Τάσος Καραχάλιος, Κωνσταντίνος Καρβουνιάρης, Φοίβος-Θωμάς Κυριάκου, Αγνή Παπαδέλη-Ρωσσέτου, Βαγγέλης Τελώνης, Συμεών Τσακίρης, Altin Huta
Μια συμπαραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών, της Ελληνικής Θεαμάτων και της ΔΥΟ Παραγγελία του Υπουργείου Πολιτισμού για το πολιτιστικό έτος της Ελλάδας στην Κίνα
Χορηγοί: Θεόδωρος & Γιάννα Αγγελοπούλου
Πειραιώς 260 Η | 1-5 Ιουνίου




23/5/08

Ανατροπές; Όχι, προτάσεις, Editorial


Η φωνή στο τηλέφωνο ήταν λιγάκι ειρωνική. «Ε, έχετε πια συμβιβαστεί κι εσείς», μου είπε η παλιά φίλη, σχεδόν με λύπη. Προς στιγμήν τρόμαξα. Ώστε ήμασταν ασυμβίβαστοι αλλά τώρα πήγαμε με το σύστημα; Υπάρχουν λοιπόν συμπολίτες μας που φαντάζονται τους ανθρώπους του Φεστιβάλ με πύρινη ρομφαία, να κάνουν τη διαρκή τους επανάσταση απέναντι στο καταραμένο mainstream; Που φαντάζονται, έστω, ότι κρατούσαν ίσαμε πέρυσι τη ρομφαία, πριν τη βάλουν φέτος στο θηκάρι;

Προσπάθησα να δω τους συντελεστές του Φεστιβάλ Αγιώργηδες και Τσε Γκεβάρες και μ’ έπιασαν τα γέλια. Ούτε μούσι έχουν ούτε υπάρχει περίπτωση να πάρουν το βλοσυρό ύφος των οσίων στις αγιογραφίες. Μπορεί να είναι πηγμένοι στη δουλειά, σκοτισμένοι από τα dead lines, αγχωμένοι – αλλά κανένας και καμιά δεν βρίσκεται εκεί για να επιβάλει οτιδήποτε. Ευτυχώς, μάλιστα, η τελευταία επανάσταση στις παρυφές της Δύσης (όπου ανήκουμε) τελείωσε με το τέλος του Μάη του 1968 – και μας άφησε ένα μεγάλο απόθεμα ελευθερίας το οποίο μας εξασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα να είμαστε δημιουργικοί, ανατρεπτικοί, πρωτότυποι, αντισυμβατικοί, πνευματώδεις αλλά και ζωηροί, μοντέρνοι, χωρίς ό,τι είμαστε να αφορά κανέναν άλλον εκτός από τους οικείους μας. Κανένας και καμιά δεν οραματίζεται ανατροπή της καθεστηκυίας δομής, δεν χρειάζεται. Η σημερινή εποχή δεν χρειάζεται ανατροπές, χρειάζεται προτάσεις.

Το Ελληνικό Φεστιβάλ πέτυχε επειδή, ακριβώς, έχει τέτοιες προτάσεις.

***

Υπάρχουν λογιών κουλτούρες πάνω στις οποίες χτίζονται οι συλλογικές καλλιτεχνικές γιορτές όπως τα Φεστιβάλ. Η πιο διαδεδομένη στην Ελλάδα είναι εθνοκεντρική και τοπικής εμβέλειας. Μικρά events επιδοτούμενα από ένα σύστημα κεντρικής ή τοπικής εξουσίας, αναλόγως, το οποίο επιδιώκει και να τα ελέγχει. Αν το Ελληνικό Φεστιβάλ ήταν κάτι ανάλογο, δεν θα ήταν παρά ένα τυπικό άθροισμα εκδηλώσεων που στην καλύτερη περίπτωση θα ικανοποιούσε το ελίτ ακροατήριο που θα χρειαζόταν κλασάτες εκδηλώσεις για να ξεχωρίζει.

Αντίθετα, το Ελληνικό Φεστιβάλ, πριν από τρία χρόνια, βρέθηκε με αποφασιστικότητα στον αντίποδα αυτού του μοντέλου. Μετακλήθηκαν στη χώρα σχήματα και καλλιτέχνες με συγκροτημένες, επιτυχημένες καλλιτεχνικές προτάσεις και αναμείχθηκαν με το υπάρχον δυναμικό, στο οποίο αίφνης δόθηκε η δυνατότητα να συνομιλήσει και να συγκριθεί με εκφραστικούς τρόπους που μόνο αν ταξίδευε μπορούσε να συναντήσει κανείς. Δόθηκε η δυνατότητα της σύγκρισης. Και της όσμωσης. Η καλή επιρροή έφερε ήδη τα πρώτα της αποτελέσματα. Η Αντιγόνη του Λευτέρη Βογιατζή και το Πεθαίνω σα χώρα του Μιχαήλ Μαρμαρινού, αφού πρώτα λατρεύτηκαν στην Ελλάδα, ήδη εξάγονται. Ο Μαρμαρινός έχει πρεμιέρα σήμερα, 22 Μαΐου, στις Βρυξέλλες, στο KunstenFESTIVALdesArts, και συνεχίζει τη διαδρομή του στη Βιέννη, στη Βαρσοβία και στο Παρίσι. Η Αντιγόνη του Βογιατζή έχει προγραμματιστεί να ανεβεί στην Αβινιόν το επόμενο καλοκαίρι. Και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου θα ταξιδέψει στο Πεκίνο – η Μήδεια (2) παίζεται στην ολυμπιακή πρωτεύουσα.

Το Ελληνικό Φεστιβάλ πέτυχε επειδή κατάφερε και αυτό: όχι μόνο έβαλε την Αθήνα στον παγκόσμιο χάρτη της τέχνης αλλά και συνέβαλε στο να γίνει το ελληνικό έργο εξαγώγιμο.

***

Αυτού του τύπου η πολιτική για ένα μεγάλο και στιβαρό Φεστιβάλ δεν χρειάζεται επαναστάτες. Χρειάζεται μανιακούς εργάτες της τέχνης, με βαθιά γνώση, διεθνή εμπειρία, επαφές με πρόσωπα και θεσμούς, κριτήριο, θάρρος, διάθεση διακινδύνευσης... Πρωτίστως χρειάζεται ελεύθερους ανθρώπους, που να μην υποτάσσουν τη σκέψη τους και τις επιλογές τους ούτε στα κλισέ του καλλιτεχνικού γίγνεσθαι ούτε στις πιέσεις που είναι μοιραίο να τους ασκηθούν – παντού ασκούνται πιέσεις, από πολιτικούς, από τον Τύπο, από φίλους και γνωστούς… Η κουλτούρα, βλέπετε, δεν είναι θερμοκήπιο, δεν είναι ένας προστατευμένος χώρος όπου καλλιεργούνται βεβαιότητες αλλά ένα άγριο τοπίο ιδεολογικών και αισθητικών, καμιά φορά και προσωπικών, συγκρούσεων.

Η επιτυχία ή μη θεσμών όπως το Φεστιβάλ κρίνεται από ό,τι παράγεται σε αυτό το ταραγμένο τοπίο. Γιατί η καλλιτεχνική παραγωγή δεν είναι μια απλή παραγωγή ωραίων ήχων, εικόνων, χορογραφιών, πρόζας. Το καλλιτεχνικό προϊόν δεν θα υπήρχε ερήμην της ζωής, όψεων αυτού που συμβαίνει, της ερμηνείας του. Το Ελληνικό Φεστιβάλ πέτυχε επειδή δεν προκατέλαβε την ερμηνεία του κόσμου. Αλλά ανοίχτηκε σ’ αυτόν.

Σε αυτό το Φεστιβάλ, στο ανοιχτό Φεστιβάλ της πρωτοπορίας, στο φεστιβάλ των συγκροτημένων προτάσεων, του καλλιτεχνικού διαλόγου και των ανοιχτών οριζόντων σας καλωσορίζουμε και φέτος. Καλό καλοκαίρι.

Ηλίας Κανέλλης

Επιστολή για τη Μιανμάρ, Από την Μπάρμπαρα Χέντριξ


Το Σεπτέμβριο του 1957 ήμουν οκτώ χρονών και ζούσα στο βόρειο μέρος του Λιτλ Ροκ, στο Αρκάνσας. Πριν από λίγες βδομάδες παρακολούθησα τον εορτασμό των πενήντα χρόνων από την κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων στο λύκειο Σέντραλ. Εννέα γενναίοι έφηβοι, που έγιναν γνωστοί ως «οι εννέα του Λιτλ Ροκ», ξεκίνησαν τη διαδικασία της φυλετικής ενσωμάτωσης στα σχολεία της Αμερικής. Στις 4 Σεπτεμβρίου 2007, ο κυβερνήτης Ορβάλ Φάμπιους έστειλε στο Αρκάνσας την Εθνική Φρουρά με αποστολή να εμποδίσει αυτούς τους μαθητές να εγγραφούν στο μέχρι τότε εντελώς «λευκό» λύκειο, ενάντια στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου. Όπως και όλος ο κόσμος, σοκαρίστηκα από τις εικόνες που έδειχναν το μίσος νέων λευκών μαθητών απέναντι σ ‘ εκείνα τα θαρραλέα παιδιά. Ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ έστειλε το στρατό για να διατηρηθεί η τάξη και να προστατευθούν οι μαύροι μαθητές.

Ξανάζησα αυτό το τρομακτικό και αποκαλυπτικό γεγονός παρακολουθώντας την πορεία γενναίων μοναχών και απλών ανθρώπων της Μιανμάρ: πορεία για την ελευθερία της χώρας και, ταυτόχρονα, έκκληση για βοήθεια από εμάς. Εκείνες τις πρώτες μέρες της εξέγερσης περίμενα με ελπίδα την απάντηση από τη Διεθνή Κοινότητα και, καθώς η Γενική Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών λάμβανε χώρα στη Νέα Υόρκη, σκέφτηκα ότι η στιγμή ήταν κατάλληλη για μια σοβαρή αντίδραση. Ωστόσο, για ακόμα μια φορά, το Συμβούλιο Ασφαλείας φανέρωσε το πόσο άχρηστο είναι. Μια κραυγή ντροπής στεκόταν στο λαιμό μου κάθε φορά που άκουγα κάποιον αρχηγό κράτους να προφέρει τα σωστά λόγια, λόγια συμπαράστασης, χωρίς όμως να δείχνει την απαραίτητη θέληση να προβεί στις σωστές πράξεις. Και τώρα η στρατιωτική χούντα στην Μιανμάρ εφαρμόζει τις γνωστές της τεχνικές για να εξοντώσει τους διαδηλωτές.

Το 1999, με τη βοήθεια ενός έξυπνου πρέσβη, συναντήθηκα κρυφά με για λίγες ώρες με την Αούνγκ Σαν Σούου Κίι (βραβευμένη με Νόμπελ αγωνίστρια της δημοκρατίας και ηγέτις της αντιπολίτευσης) που βρισκόταν σε κατ’ οίκον περιορισμό. Με ρώτησε αν πίστευα ότι η ίδια και οι άνθρωποί της θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το παράδειγμα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα για να παλέψουν για την ελευθερία. Το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα σχηματίστηκε στις εκκλησίες του Νότου όπου οι μαύροι ήταν ελεύθεροι να συγκεντρώνονται, ακόμα και τότε που δεν είχαν δικαίωμα να συγκεντρώνονται οπουδήποτε αλλού. Επειδή, όμως, οι βουδιστές δεν συγκεντρώνονται συστηματικά, και χωρίς τη δυνατότητα να έχει η ίδια επαφή με τους ανθρώπους και να μεταδώσει το μήνυμά της, θεώρησα ότι το να οργανώσει τις μάζες με τον ίδιο τρόπο θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Ωστόσο, είδαμε τους μοναχούς να οδηγούν την εξέγερση. Ισως η Αούνγκ Σαν Σούου Κίι να είχε τελικά δίκιο.

Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε την Αούνγκ Σαν Σούου Κίι και τους ανθρώπους της Μιανμάρ. Πρέπει να δράσουμε τώρα. Πόσες φορές βρεθήκαμε απλοί θεατές, χωρίς να κάνουμε κάτι; Πού είναι το Συμβούλιο Ασφαλείας, πού είναι η Ευρώπη; Πού έχουν πάει οι πεποιθήσεις μας για την προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων; Θα συνεχίσουμε να βλέπουμε τη σφαγή των ανθρώπων της χώρας αυτής χωρίς να κάνουμε τίποτα για να το εμποδίσουμε; Σαν τη Βουδαπέστη το 1956, την Πράγα το 1968 ή την Τιενανμέν το 1989;

Οι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι νέο-συντηρητικοί δεν δίστασαν να στείλουν στρατεύματα στο Ιράκ σ’ έναν παράνομο πόλεμο. Υπάρχουν φωνές σήμερα που μιλούν ανεύθυνα για πόλεμο με το Ιράν, αλλά είναι ικανοποιημένοι με λίγες εκφράσεις συμπαράστασης στον πόνο του λαού της Μιανμάρ. Ίσως θα έπρεπε να αφήσουμε την υποκρισία μας κατά μέρος και απλά να πούμε: «Δεν θέλουμε να βάλουμε σε κίνδυνο τα πετρελαϊκά και εμπορικά μας συμφέροντα». Αλλά τότε ας μην παριστάνουμε ότι ο στόχος μας είναι να προστατέψουμε τη δημοκρατία και την ελευθερία.

Ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ δεν ήταν υπέρ της ενσωμάτωσης αλλά πήρε μια γενναία απόφαση που άλλαξε τη ροή της αμερικανικής ιστορίας. Η φωνή που απαιτεί δικαιοσύνη μπορεί να ακουστεί από το Λιτλ Ροκ ώς τη Ρανγκούν.

Ελευθερώστε τη δημοκρατικώς εκλεγμένη Αούνγκ Σαν Σούου Κίι και όλους τους άλλους πολιτικούς κρατουμένους. Αποκαταστήστε τη δημοκρατία της Μιανμάρ, μια δημοκρατία όχι επιβεβλημένη απ’ έξω αλλά σφυρηλατημένη με τους αγώνες των ανθρώπων της Μιανμάρ.

Μπάρμπαρα Χέντριξ

Μουσικός

Πρόεδρος του ιδρύματος «Μπάρμπαρα Χέντριξ για την Ειρήνη» (“Barbara Hendricks Foundation for Peace and Reconciliation”)

www.barbarahendricks.com


Quiz , Ποιανού Φεστιβάλ είστε εσείς;

Γεια σας καλές μου φίλες, γεια σας καλοί μου φίλοι. Δεύτερη χρονιά μαζί και είναι προφανές ότι το βάρος της ευθύνης για ακόμα καλύτερα κουίζ μου λυγίζει τα γόνατα και με γεμίζει φοβίες. Πέρυσι ήμασταν μια αθώα συντροφιά που παίζαμε. Φέτος, αδυνατώ να συμμετάσχω, πόσο μάλλον να ενορχηστρώσω παιχνίδι. Ενηλικιώθηκα; Μπορεί. Φταίτε όμως εσείς γι’ αυτή μου την ενηλικίωση. Φταίνε η ωριμότητά σας και η απαιτητικότητά σας που με γεμίζουν ευθύνες; Και τώρα; Τώρα που έχασα την παιδικότητά μου, πώς θα κάνω αστεία (και λίγο πονηρά, πότε πότε) κουίζ;

«Απλούστατα», μου λέει η μπάσα, με γερμανική προφορά, φωνή της αρχισυντάκτριας. «Τέρμα τα αστεία, τέρμα και τα πονηρά. Κουίζ σκέτα θέλω». Ωραία, λοιπόν, καλή μου. Λάβε το πρώτο σκέτο. Κι αν βαρεθούν οι αναγνώστες, το κρίμα στο λαιμό σου. Αλλά, πάλι, γιατί είμαι σίγουρη ότι δεν πρόκειται να βαρεθούν κάνοντας ένα παιχνίδι που θυμίζει ψυχαναλυτική συνεδρία τύπου «από πού έρχομαι και πού πηγαίνω;»; Για Φεστιβάλ, καλά πάτε. Αλλά για ποιο φεστιβάλ;

Από τη Μάγια Λεμάγια

1. Κατεβαίνοντας από Ομόνοια προς Πειραιά, πού είναι η Πειραιώς 260. Στο δεξί ή στο αριστερό χέρι;

i. Στο αριστερό. Εκεί όπου είναι το γραφείο του Τσίπρα.

ii. Στο δεξί. Εκεί όπου γίνεται το Φεστιβάλ του Λούκου.

iii. Ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Τέρμα Πειραιά.

---

2. Σχολείον. Το ίδρυσε η…

i. Ειρήνη Παππά.

ii. Μελίνα Μερκούρη.

iii. Ειρήνη Μερκούρη.

---

3. Κάιλι Μινόγκ, τραγουδίστρια, εμφανίζεται στην Αθήνα. Πού;

i. Στο Ηρώδειο, φιλοξενούμενη του Ελληνικού Φεστιβάλ.

ii. Στην Πειραιώς 260, στις προφεστιβαλικές εκδηλώσεις.

iii. Στη Μαλακάσα, εκτός φεστιβάλ.

---

4. Πατρίσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντέγκο. Ποια είναι;

i. Διάσημη σοπράνο, πρωταγωνίστρια στο Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας του Μπρίτεν, με την Ορχήστρα της Λιόν και υπό τη διεύθυνση του Κωνσταντίνου Καρύδη, 7 και 9 Ιουνίου στο Μέγαρο Μουσικής.

ii. Τραγουδίστρια ελληνικής καταγωγής από την Αμερική, guest στην παράσταση του Σταμάτη Κραουνάκη Χ Σκηνής, Αυτά που κάψαν το σανίδι, 27 και 28 Ιουνίου στο Ηρώδειο.

iii. Συλλέκτρια έργων σύγχρονης τέχνης, μέρος της συλλογής της οποίας θα εκτεθεί στο Μουσείο Μπενάκη.

---

5. Παρότι για το χορό ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ ισοδυναμεί με το πρόσωπο που καταργεί τους νόμους της βαρύτητας, δημοφιλής φιγούρα της ποπ κουλτούρας έγινε μετά την εμφάνισή του σε ένα διάσημο σίριαλ. Σε ποιο;

i. Friends.

ii. Sex and the City.

iii. Ugly Betty

6. Ο Δημήτρης Βαρβαντάκης και ο Γρηγόρης Χατζάκης υπογράφουν το έργο Κάσπαρ Χάουζερ: Η ιστορία ενός ανθρώπου, που θα παρουσιάζεται σε τροχόσπιτο σε διάφορα σημεία της Αθήνας. Ο λαϊκός κεντροευρωπαϊκός μύθος του ανθρώπου χωρίς μνήμη που διεκδικεί την αποδοχή του για αυτό που είναι έχει γίνει ταινία και από τον Γερμανό σκηνοθέτη Βέρνερ Χέρτζογκ. Με ποιον τίτλο, σε ακριβή μετάφραση από τα γερμανικά, παίχτηκε στα ελληνικά;

i. Ο καθένας για τον εαυτό του και ο Θεός εναντίον όλων.

ii. Η ζωή μου όλη είναι ένα τσιγάρο που δεν το γουστάρω.

iii. Βαλκυρίες στο Κρόιτσμπεργκ.

---

7. Η Λένα Πλάτωνος (εμφανίζεται στο Ηρώδειο στις 28 Ιουλίου) κυκλοφόρησε την τελευταία δουλειά της εκτός δισκογραφικών εταιρειών. Πού και πώς;

i. Στο My Space, με πρωτοβουλία της Λόρι Άντερσον.

ii. Σε βινύλιο, σε συλλεκτικά περιορισμένα αντίτυπα.

iii. Από την «Οδό Πανός» του ποιητή Γιώργου Χρονά.

---

8. Ο Λι Μπρούερ με τους αβανγκάρντ Mabou Mines παρουσιάζει στην Πειραιώς 260, το διάστημα 21-24 Ιουλίου, ένα έργο στο οποίο όλους τους αντρικούς ρόλους υποδύονται πραγματικοί νάνοι. Ποιο έργο;

i. «Η Χιονάτη και οι 7 νάνοι», του Γουόλτ Ντίσνεϊ.

ii. «Κουκλόσπιτο», του Ερρίκου Ίψεν.

iii. «Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα», του Ιάκωβου Καμπανέλη.

---

9. Στον Άμλετ των Γούστερ Γκρουπ (Πειραιώς 260, 13-16 Ιουνίου) προβάλλεται στο φόντο μια κινηματογραφική μεταφορά της σαιξπηρικής τραγωδίας. Ποια;

i. Ο «Άμλετ» του Λόρενς Ολίβιε (1948).

ii. Ο «Άμλετ» των Μπιλ Κόουλεραν και Τζον Γκίλγουντ με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον (1964).

iii. «Ο Άμλετ κάνει μπίζνες» του Άκι Καουρισμάκι (1987).

---

10. Ο Άμλετ του Τόμας Οστερμάιερ και της Schaubuehne κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στην Αθήνα, στην Πειραιώς 260, στις 29 Ιουνίου. Πού θα ανεβεί αμέσως μετά;

i. Στο Διεθνές Πειραματικό Φεστιβάλ της Αγουλινίτσας.

ii. Στο κλαμπ Μεντιτερανέ.

iii. Στην Αβινιόν.

---

11. Από πού κατάγεται η Νάνα Μούσχουρη που, στις 23 Ιουλίου, δίνει την αποχαιρετιστήρια συναυλία της για το ελληνικό κοινό;

i. Από την Καλαμάτα.

ii. Από την Κομοτηνή, αλλά γεννήθηκε στη Στουτγκάρδη.

iii. Από τα Χανιά.

---

12. Ο Ματίας Λάνγκχοφ, που σκηνοθετεί τον Φιλοκτήτη του Χάινερ Μίλερ (27 και 28 Ιουνίου, Μικρή Επίδαυρος), με ερμηνευτές τους Χατζησάββα, Βογιατζή, Λούλη, έχει «προηγούμενα» με το ελληνικό κοινό. Πότε και γιατί;

i. To ‘97 ανέβασε «Βάκχες» με το ΚΘΒΕ που αποδοκιμάστηκαν ως βέβηλες και «ανθελληνικές».

ii. Το ‘89, τη χρονιά που έπεσε το τείχος του Βερολίνου, σκηνοθέτησε για το Φεστιβάλ της ΚΝΕ τη θεατροποιημένη «Εαρινή Συμφωνία» του Ρίτσου.

iii. Το 2001 σκηνοθέτησε τις διαφημίσεις του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού.

---

13. «Είμαι η Κατίνα Παξινού. Άφησέ με να περάσω», λέγεται ότι φώναζε η μεγάλη πρωταγωνίστρια στον φύλακα που της είχε κλείσει τα δρόμο προς το κοίλον της Επιδαύρου, θεωρώντας ότι είναι άλλη μια αργοπορημένη. Τι φημολογείται ότι της απάντησε;

i. «Δεν πά’ να ’σαι και ο Αλέξης Μινωτής».

ii. «Δεν πά’ να ’σαι και η Μάγια Μελάγια».

iii. «Δεν πά’ να ’σαι και η Μάγια Λεμάγια».

Κριτική των απαντήσεων

Από 13 έως 20 βαθμούς

Σύμφωνοι. Ζείτε στην Ελλάδα αλλά ονειρεύεστε ότι παίρνετε μπρέκφαστ στο Τίφανις, εργάζεστε σε ένα παραλιακό πύργο στις Κάννες, ψωνίζετε στην Μποντ Στριτ, το απόγευμα πάτε Γκουγκενχάιμ και το βράδυ βλέπετε την πρώτη διανομή της Λουτσία ντε Λαμερμούρ στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης. Σας έθλιψε ο θάνατος του Ράουζεμπεργκ, σας στενοχώρησε το δυσοίωνο πρωτοσέλιδο των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, σας ανησύχησε η περαιτέρω αύξηση της τιμής του πετρελαίου… Δεν θα έρθετε στο Φεστιβάλ Αθηνών επειδή πάτε μόνο Αβινιόν και Εδιμβούργο. Και συγχυστήκατε που απαντήσατε σε ένα τόσο ηλίθιο κουίζ. Με τόσες σκοτούρες και βάσανα, σας συνιστούμε να πίνετε τον φραπέ σας ντεκαφεϊνέ για να μην είναι διαρκώς σπασμένα τα νεύρα σας.

Από 21 έως 30 βαθμούς

Α, πόσο ενημερωμένοι και ενημερωμένες είστε για το Ελληνικό Φεστιβάλ – είστε το ιδανικό κοινό. Και, α, πόσο χαρούμενοι και χαρούμενες που και η Αθήνα έχει χώρο για το σύγχρονο πρόσωπο του καλλιτεχνικού μοντερνισμού. Φυσικά, τρώτε μόνο σαλάτες αλλά καταναλώνετε μανιωδώς κουλτούρα. Αγοράζετε όλες τις καινούριες εκδόσεις που κυκλοφορούν, βλέπετε τρεις ταινίες την εβδομάδα στον κινηματογράφο, υποχρεωτικά μια παράσταση και σας στενοχωρεί που δεν προλαβαίνετε να απολαύσετε τις κλασικές ταινίες που έχετε μαζέψει αγοράζοντας ανελλιπώς Βήμα και Πρώτο Θέμα. Θα είστε σε ό,τι γίνει στην Πειραιώς 260 – εκτός Σαββάτου και Κυριακής, οπότε και θα είστε στο εξοχικό για ξεκούραση. Σύμφωνοι, θα είναι καλεσμένος σας και ο λέκτορας του Πανεπιστημίου με τη γυναίκα του. Μην ξεχάσετε να καλύψετε το ανάγνωσμα της Λένας Μαντά στην εταζέρα, που σας ξεκουράζει, με την τελευταία μετάφραση του Ντεριντά.

Από 31 βαθμούς και πάνω

Το ξέρω ότι το βρίσκετε ωραίο το Ελληνικό Φεστιβάλ. Κάτι σαν το ελληνικό κοκορέτσι σε εκείνη την ταβέρνα στο Λεωνίδιο, τότε που πήγατε με τα κουμπάρια σας αρχαίο θέατρο, έ; Ή την ψησταριά με το καλύτερο τζατζίκι του Περιστερίου, όταν βγαίνατε από το Φεστιβάλ της ΚΝΕ – θυμάστε; Θα συναντιόμασταν στην Πειραιώς, στου Παπαϊωάννου, το ξέρω, αλλά ξεπούλησε αυθημερόν. Είστε γέροι για το Synch, εντάξει, νέοι για τη Λένα Πλάτωνος, ο Άμλετ είναι αρχαίος για εσάς και οι νάνοι του Μπρούερ σας θυμίζουν τη Χιονάτη – ενώ το δικό σας αγαπημένο παραμύθι είναι η Κοκκινοσκουφίτσα. Κατάλαβα. Δεν είστε του δικού μας φεστιβάλ, αλλά θα κάνετε τα αδύνατα δυνατά να παρακολουθήσετε ένα τουλάχιστον ρεσιτάλ. Ποιανού; Τι μου λέτε, κύριε; Ο Κριστιάνο Ρονάλντο εμφανίζεται στα γήπεδα της Αυστρίας και της Ελβετίας, όχι στο «ξερό» της Πειραιώς.

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ

Οι σωστές απαντήσεις βαθμολογούνται με 2. Οι λάθος απαντήσεις που θα έδινε ένας ακραιφνής εθνοκεντρικός με 3. Οι λάθος απαντήσεις που θα έδινε ένας ποπ κοσμοπολίτης με 1.

1. i. 3 ii. 2 iii. 1 | 2. i. 2 ii. 1 iii. 3 | 3. i. 3 ii. 1 iii. 2

4. i. 1 ii. 3 iii. 2 | 5. i. 1 ii. 2 iii. 3 | 6. i. 2 ii. 3 iii. 1

7. i. 1 ii. 3 iii. 2 | 8. i. 1 ii. 2 iii. 3 | 9. i. 1 ii. 2 iii. 3

10. i. 3 ii. 1 iii. 2 | 11. i. 3 ii. 1 iii. 2 | 12. i. 2 ii. 1 iii. 3

13. i. 1 ii. 2 iii. 3