10/8/09

Σωτήρης Χατζάκης: «Είμαστε Ανατολικο-δυτικοί, σταυρωμένοι μεταξύ Δύσης κι Ανατολής»




Θα μπορούσε να υπάρξει η ιδανική πολιτεία; Θα μπορούσε να υπάρξει εδώ στη Γη, να είναι έργο ανθρώπων με σάρκα και οστά; Ας δοκιμάσουμε να τη φανταστούμε, έστω και μόνο για χάρη της επιστήμης: Από ποιους κατοικείται, από ποιους απειλείται και, το κυριότερο, έχει ημερομηνία λήξης; Με άλλα λόγια, πώς είναι η ζωή στη Νεφελοκοκκυγία; Ο σκηνοθέτης –και ολοκαίνουργιος καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ– Σωτήρης Χατζάκης, μαζί με μια ομάδα από δημοφιλείς κωμικούς ηθοποιούς εγκαθιδρύουν την ουτοπική πολιτεία τους στην Επίδαυρο.

Από την Κατερίνα Οικονομάκου
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης




Δεν έχουμε καλά καλά προλάβει να αρχίσουμε τη συζήτηση, την οποία ξεκινάω με το πιο κοινότοπο, όμως απολύτως θεμιτό ερώτημα: Γιατί εν έτει 2009 μας αφορούν οι Όρνιθες του Αριστοφάνη; Πριν μου απαντήσει, ο Σωτήρης Χατζάκης γυρνάει ακριβώς μισό αιώνα πίσω, στο 1959. Εκείνη τη χρονιά, στις 29 Αυγούστου, είχε κάνει πρεμιέρα η θρυλική παράσταση του Θεάτρου Τέχνης. Δικαιολογημένα, μάλλον, ο Χατζάκης λέει ότι «με το να επιλέξει κανείς τους Όρνιθες τώρα αυτομάτως περπατά ψηλά, σε ένα τεντωμένο σκοινί χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Γιατί υπάρχει η εμβληματική παράσταση του Κουν, που έχει κάνει εγγραφή στην ψυχή μας».

Σε σχέση με την παράσταση του Κουν, τι καινούργιο φέρει η παράσταση που θα δούμε τον Αύγουστο στην Επίδαυρο;
Κάθε γενιά έχει το δικαίωμα να βιώνει τα κείμενα με τον δικό της τρόπο και τη δική της εμπειρία. Κάθε παράσταση άλλων ανθρώπων φέρνει τον αέρα μιας άλλης σκέψης πάνω στη φιλοσοφία, στο νόημα του έργου, στις ιδέες που θέλει να προβάλει. Και αν αυτό εμπλουτιστεί με τις εμπειρίες της σύγχρονης εποχής, τότε έχουμε μια καινούργια ματιά. Το μυστικό για μια καινούργια παράσταση είναι στην ιδεολογία του έργου.

Ποια θεωρείτε ότι είναι η ιδεολογία του έργου;
Ο Αριστοφάνης με τους Όρνιθες θεωρείται ο πατριάρχης το ρεύματος της ουτοπικής πολιτειολογίας. Δηλαδή εκείνου του κοινωνικού ρεύματος που αναδεικνύει την ουτοπία σαν έναν προσδοκώμενο χώρο που βρίσκει κανείς μέσα στη φαντασία του, στα όνειρά του, στις ιδέες του. Ένα no land, που φαντάζομαι είναι η καταφυγή των απελπισμένων, των ανθρώπων που έχουν απογοητευθεί από αυτό το μέρος το γεμάτο βαρύτητα που λέγεται Γη. Αυτό το ρεύμα της ουτοπικής πολιτειολογίας έχει απασχολήσει πολύ σημαντικούς συγγραφείς στο πέρασμα των αιώνων, όπως ο Μουρ με την Ουτοπία, ο Καμπανέλα με την Πόλη του Ήλιου, το περίφημο πείραμα του Έμερσον στην Αμερική με το κοινόβιο και φτάνει μέχρι τους αναρχικούς του 19ου αιώνα Κροπότκιν και Μπακούνιν και από εκεί μέχρι τις μέρες μας, στα παιδιά της απόγνωσης των Εξαρχείων – στην, ας πούμε, πιο απελπισμένη μορφή.

ΑΚΥΡΩΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΒΑΡΥΤΗΤΑ

Και πώς συναντιέται αυτή η ιδεολογία με την αισθητική των περιπλανώμενων θιάσων του ’60, από την οποία αντλεί έμπνευση η παράσταση;
Αγαπώ το λαϊκό εξωστρεφές θέατρο, το ποιητικό λαϊκό θέατρο – πολλοί μιλούν για λαϊκό θέατρο, αλλά λίγοι γνωρίζουν ότι είναι και το πιο αριστοκρατικό είδος. Εγώ αγαπώ το περιπλανώμενο λαϊκό θέατρο που κατάγεται από την εποχή του Μεσαίωνα, τις συντεχνίες, που αργότερα στην Αναγέννηση θα οργανωθούν περισσότερο και θα δημιουργήσουν την Κομέντια Ντελ Άρτε και θα έρθει και σε εμάς αυτό το ρεύμα, από τα ενετοκρατούμενα μέρη. Τι έκανα λοιπόν; Έκανα μια έρευνα, με τη δημοσιογράφο Ηρώ Τριγώνη, πάνω στο θέμα ανθρώπων που έχουν όραμα την πτήση – όλους εκείνους τους πλανόδιους σχοινοβάτες και τους ακροβάτες. Όλους εκείνους που θέλουν να ακυρώσουν τη βαρύτητα. Όπως λέει και το δημοτικό τραγούδι, «να ’μουν πουλί να πέταγα». Έτσι, στην παράσταση αντικαθιστώ τα πουλιά με μια κοινότητα πλανόδιων ηθοποιών, μίμων, ακροβατών και χορευτών, οι οποίοι ζουν σε έναν καταυλισμό που είναι μια κοινότητα άμεσης δημοκρατίας, σε ένα είδος χιπισμού, όπου δεν υπάρχει συναλλαγή με το χρήμα, δεν υπόκεινται στους κανόνες του καπιταλισμού, της αγοράς, του συστήματος.

Ώσπου;
Ώσπου καταφτάνουν ο Πεισθέταιρος και ο Ευελπίδης, οι δύο απελπισμένοι τυχοδιώκτες, που σταδιακά θα μεταμορφώσουν αυτή την κοινότητα της αθώας, επικούρειας μελαγχολίας σε ένα συστηματικό, σύγχρονο, απολυταρχικό κράτος, που αποθεώνει τον έναν και μοναδικό αρχηγό, τον Πεισθέταιρο, ο οποίος συγκεντρώνει πάνω του όλες τις εξουσίες. Και αντικαθίσταται η αταξία με την τάξη, η παιγνιώδης διάθεση με τον θεσμό και η ελευθερία με την ένταξη σε παραγωγικούς μηχανισμούς. Δηλαδή γίνεται αυτό που γίνεται πάντα, σε όλες τις επαναστάσεις – στον Χριστιανισμό, στη Γαλλική Επανάσταση, στη Σοβιετική Επανάσταση, στη δική μας γενιά του Πολυτεχνείου: κάθε ιδέα που μετατρέπεται σε σύστημα ιδεών παγιώνεται και πεθαίνει. Και γίνεται ένα κέλυφος του παλιού ενθουσιασμού ή της παλαιάς ιδεολογίας, το οποίο εγκλωβίζει την ιδέα μέσα σε γραφειοκρατίες, σε σχήματα εξουσίας και πια τίποτε δεν απομένει από την αρχική πνοή.

ΟΛΟΙ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΟΔΟΦΡΑΓΜΑΤΑ

Γιατί θεωρείτε το θέμα επίκαιρο;
«Έχω ζήσει τη γενιά του Πολυτεχνείου, ήμουν μικρό παιδί, κι έχω δει την πτώση της, την ένταξή της στους σχηματισμούς της εξουσίας• κι έχω δει επίσης τον σπαραγμό των νέων ανθρώπων αυτή τη στιγμή – αναφέρομαι στα γεγονότα του περασμένου Δεκεμβρίου. Τι συμβαίνει σε έναν νέο άνθρωπο, ο οποίος έχει αυτά τα στοιχεία της αθωότητας, του ερωτισμού, της μη ένταξης, της χαλαρότητας, της εκδρομικής διάθεσης και ο οποίος μπαίνει μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία, μπαίνει μέσα στην κρατική λειτουργία και πριμοδοτείται έτσι ώστε να ζει μέσα σε ένα δίπολο – είτε της παραγωγής είτε της κατανάλωσης. Η ζωή του εγκλωβίζεται και γίνεται από δέντρο έπιπλο. Η εκπαίδευση και η αγορά εργασίας τον αναγκάζουν να γίνεται από δέντρο έπιπλο.

Θεωρείτε ότι τα παιδιά που συμμετείχαν στα γεγονότα του Δεκεμβρίου αγωνιούν ότι βρίσκονται σε αυτό το μεταίχμιο;
Τα γεγονότα του Δεκεμβρίου πρέπει κανείς να τα αναλύσει με μεγάλη προσοχή. Γιατί, όπως στους Άθλιους του Ουγκό, στα οδοφράγματα βρίσκονται όλοι, και οι ρομαντικοί και οι επαναστάτες, και οι προβοκάτορες και οι βίαιοι, και οι άνθρωποι του υποκόσμου. Είναι πάντως ένα φαινόμενο που έσκασε λόγω του ότι οι νέοι νιώθουν ότι το μέλλον οργανώνεται γι’ αυτούς χωρίς αυτούς, ότι ο ερωτισμός, η ελευθερία, η ενέργεια του κορμιού και της ψυχής τους θα χρησιμοποιηθεί σε μια αγορά εργασίας και ένα κοινωνικό σύστημα που θα τους απορροφήσουν, ρουφώντας όλους τους δημιουργικούς χυμούς και κάνοντάς τους να μετράνε ένσημα και να κοιτάνε το οκτάωρο, το μπάρμπεκιου και το γουικέντ.

ΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΔΥΣΗ ΚΙ ΑΝΑΤΟΛΗ

Πολλές φορές έχει σχολιαστεί το φαινόμενο να βλέπουμε Αριστοφάνη ανεβασμένο σαν επιθεώρηση. Θα το αποφύγετε;
Από τη δομή τους την ίδια τα αριστοφανικά έργα, από ένα σημείο και μετά, με έναν τρόπο θυμίζουν την επιθεώρηση ως είδος. Η κωμωδία είναι ανίκητη στον Αριστοφάνη. Αλλά το μεταίσθημα του έργου είναι που πρέπει να απασχολεί τον δημιουργό. Και το μεταίσθημα του έργου, πάντοτε στον Αριστοφάνη, είναι πικρό. Αλλά εσείς εννοείτε την επιθεώρηση με τη σημερινή εκπτωτική της μορφή. Όμως η επιθεώρηση του Μαυρέα, του Λογοθετίδη, του Σταυρίδη, του Αυλωνίτη, της Βασιλειάδου, αυτή η επιθεώρηση που σπαράγματά της βλέπουμε στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο…

Έχει πεθάνει όμως το είδος.
Ξέρετε γιατί; Εξαιτίας αυτής της δυτικολατρείας που έχει η Ελλάδα. Την εποχή που ζούσαν αυτοί, τους απαξίωσε, δεν πήγαν ποτέ στην Επίδαυρο, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων όπως ο Ζερβός, ο Νέζερ και ο Ηλιόπουλος. Πιστέψτε με, δεν υπάρχει πράγμα που αντιπαθώ πιο πολύ από αυτόν τον διαχωρισμό ποιοτικού και εμπορικού. Έχω δει παραστάσεις επιθεωρησιακές, όπως λέτε, απαράδεκτες και έχω δει και παραστάσεις αποδόμησης και εναλλακτικές απαράδεκτες επίσης. Άρα σημασία έχει ως πρόθεση, αν ο δημιουργός και η ομάδα εργασίας έχουν μια σοβαρή πρόθεση.

Γιατί λέτε ότι φταίει δυτικολατρεία μας που απαξιώθηκε η επιθεώρηση; Δυτικοί δεν είμαστε;
Όχι, είμαστε Ανατολικο-δυτικοί, σταυρωμένοι ακριβώς εκεί που συναντιέται η Ανατολή με τη Δύση. Το πρόβλημα είναι ότι από τη βαυαροκρατία και μετά έχουμε διαρκή απαξίωση του λαϊκού θεάτρου, της λαϊκής τέχνης, του ντόπιου και ιθαγενούς, υπέρ μιας εισβολής μελοδράματος και οπερέτας. Κι αυτό συμβαίνει διαρκώς, συγκρούεται ένα δυτικό στοιχείο με ένα ανατολικό που υπήρχε στην Ελλάδα. Ενώ η Ελλάδα τα χρειάζεται και τα δύο. Όπως χρειάζεται τον Σοπέν ή τον Σούμπερτ, άλλο τόσο χρειάζεται τον Παπαϊωάννου, τον Μάρκο και τον Ανέστη Δελιά. Εμείς έχουμε φτάσει σε μια κωμική λατρεία του δυτικού, έτσι ώστε κάτω από την πόρτα του πραγματικά σημαντικού δυτικού, περνάει όλη η σάρα και η μάρα, κι από την άλλη έχουμε μια πλήρη απαξίωση του ανατολικού υλικού. Πρέπει να ισορροπήσει καλλιτεχνικά αυτή η χώρα, γιατί πάντα ισορροπούσε. Εγώ χειροκροτώ, ας πούμε, τις εισόδους φέτος στο Φεστιβάλ ανθρώπων όπως ο Μπέζος, όπως αυτά τα θεάματα τα πιο ανοιχτά.

Πιο ανοιχτά, με ποια έννοια;
Θεωρώ ότι αυτή τη στιγμή, μέσα σε όλους τους χώρους παραγωγής πολιτισμού, θα πρέπει να επικρατήσει μια θαυμαστή αγκαλιά, του ανατολικού με το δυτικό. Εμείς, η ομάδα μας, φέρουμε τη μνήμη του λαϊκού περιπλανώμενου θεάτρου. Φέρουμε τις τεχνικές και τους κώδικες αυτού του θεάτρου – ο Αρμένης, ο Χαραλαμπόπουλος, ο Μυλωνάς, η Ρώππα είναι μεγαλωμένοι και δουλεύουν σε αυτή την κατεύθυνση. Γι’ αυτό το κοινό τους αγαπάει. Κι επειδή όλα, και το Εθνικό και το ΚΘΒΕ και το Φεστιβάλ και η Λυρική, είναι οργανισμοί δημοσίου συμφέροντος, αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος μάς πληρώνει. Από τη στιγμή που μας πληρώνει ο κόσμος θα πάρει αυτό που αντιστοιχεί στα αιτήματά του. Όχι όμως μέσα από έναν λαϊκισμό.

Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΟΥ ΚΘΒΕ, ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΟ

Στο ΚΘΒΕ πώς θα συμβεί αυτό;

Υπάρχει ένας κόσμος που μπορεί να θέλει Σάρα Κέιν και Κολτές, ένας κόσμος που μπορεί να θέλει Σαίξπηρ και Μολιέρο, ένας άλλος κόσμος που μπορεί να θέλει Γιαννακόπουλο και Τσιφόρο. Δεν μπορείς λοιπόν εσύ να πας και να πεις σε θέατρο δημοσίου συμφέροντος: «Όχι, εγώ θα ανεβάσω μόνο Σάρα Κέιν». Ούτε να πεις: «Εγώ αγαπάω Σακελλάριο και θα ανεβάσω μόνο Σακελλάριο». Και λέω τη φράση κλειδί: Το όραμα του καλλιτεχνικού διευθυντή συγχρωτίζεται με τις ανάγκες, τα αιτήματα και τις προσδοκίες του κοινού, και με έναν τρόπο ωραίο το ρεπερτόριο ανοίγει σαν βεντάλια και καλύπτει όλες τις ανάγκες του πληθυσμού.

Θα πρέπει δηλαδή ο καλλιτεχνικός διευθυντής να φτιάξει ένα ρεπερτόριο για να τους ευχαριστεί όλους;

Όχι να ευχαριστεί. Εμείς στο Εθνικό Θέατρο με τον Νίκο Κούρκουλο, τον οποίο θεωρώ πατέρα μου και πάντα τον αναφέρω, κάναμε το εξής: Είχαμε το Rex για μεγάλες παραστάσεις, κλασικές, το Κάππα είχε ένα μεσοαστικό κοινό, για ένα κάπως αστικό έργο, ο Λιβαθηνός με την Πειραματική έκανε την πειραματική του έρευνα και ο Λιγνάδης, ακόμη πιο ρηξικέλευθος, στο Θέατρο Χώρα έκανε τα πιο αντεργκράουντ. Αυτή η διαστρωμάτωση σημαίνει ότι το θέατρο δημοσίου συμφέροντος απαντάει στον κόσμο που πληρώνει. Προσέξτε, όχι με υποχώρηση στον λαϊκισμό. Γιατί πάντα το θέατρο έχει ψυχαγωγικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Αλλά όταν έχεις χρήματα του Δημοσίου πρέπει να σου καίνε την τσέπη. Αυτό σημαίνει ότι θα κάνεις μια διαστρωμάτωση. Θα διακρίνεις δε σιγά σιγά εκείνα τα σημεία που μπορεί να εκπαιδεύσουν τους θεατές. Αλλά δεν θα πάσχεις από το σύνδρομο του σταλινισμού, το οποίο λέει ότι η συνειδητή πρωτοπορία θα καθοδηγήσει τις μάζες. Δεν έχω ακούσει πιο απαίσια φράση. Αυτό είναι ιδεολογικό πραξικόπημα.

Η εικόνα του ΚΘΒΕ τα τελευταία χρόνια είναι αυτή ενός θεάτρου που έχει γίνει πολύ εσωστρεφές.

Η εικόνα είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει εύκολα και γρήγορα. Η Θεσσαλονίκη είναι ένα χώρος που πονάει. Οι ηθοποιοί που πάνε πάνω ζουν με πολύ λίγα χρήματα, χωρίς σίριαλ, χωρίς τηλεόραση, χωρίς ραδιόφωνα, χωρίς μεταγλωττίσεις, χωρίς όλες εκείνες τις απολαβές της Αθήνας. Εκ των πραγμάτων εγκλωβίζονται σε μια μισθοδοσία που δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες τους. Δεύτερον, η πόλη έχει μια παράδοση πιο κοντά στα σύνορα. Είναι ευαισθητοποιημένη σε θέματα που ο χαλαρός Νότος δεν μπορεί να αντιληφθεί.

Όπως;
Όπως το θέμα της Μακεδονίας. Όπως το θέμα των Σκοπίων.

ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ

Η πόλη είναι ευαισθητοποιημένη για λόγους που έχουν να κάνουν με την ύπαρξη μιας πραγματικής απειλής;

Αν διαβάσετε την ιστορία θα δείτε ότι μέσα από τους σχηματισμούς δυνάμεων, από τα γεωπολιτικά παιχνίδια των μεγάλων, πάντα υπήρχαν εντάσεις και παγίδες, έτσι ώστε οι άνθρωποι που είναι βόρεια έχουν ένα φόβο για τα πράγματα. Εσείς δεν έχετε ζήσει, ούτε εγώ, προβλήματα που έχει ζήσει το Τριεθνές. Ή προβλήματα που έχουν ζήσει πάνω στην Ξάνθη ή την Κομοτηνή. Θέλω να πω, είναι ένας κόσμος βυζαντινός, τελετουργικός, έχει ένα κοινό το οποίο αν εμπνευστεί, μπορεί να γίνει όπως είναι το κοινό του ΠΑΟΚ.

Πώς είναι το κοινό του ΠΑΟΚ;
Είναι, ή θα έπρεπε να είναι, ό,τι θα θέλαμε εμείς γύρω από το κοινό του θεάτρου. Είναι ένα κοινό το οποίο αγαπά την ομάδα (όπως κανένα κοινό δεν αγαπά το θέατρό του), έχει τα τραγούδια του, έχει τα λάβαρά του, ακολουθεί την ομάδα όπου κι αν παίζει, έχει τους ήρωές του, έντεκα αθάνατους νέους οι οποίοι πέφτουν και σηκώνονται σε ένα πράσινο μαγικό χορτάρι και αγαπούν τους ήρωές τους, όπως κανείς από το κοινό δεν αγαπάει τον ηθοποιό του. Και έχουν μια πολύ συσπειρωμένη κοινότητα, με θερμά αισθήματα αγάπης και στήριξης. Φαντάζεστε τώρα εσείς ένα κοινό να έχει τα ίδια θερμά αισθήματα;

Αυτό το κοινό θα θέλατε να υπάρξει στη Θεσσαλονίκη;
Στη Θεσσαλονίκη θα ήθελα ένα πράγμα, να γίνει το θέατρο υπόθεση των νέων. Γιατί οι νέοι έχουν πάντα δίκιο – όχι πολιτικά. Ξέρετε ποιο είναι το δίκιο τους; Είναι το δίκιο της ζωής, του ενστίκτου, της ορμής και της αθωότητας. Θα ήθελα αυτά που βασανίζουν τους νέους, αυτά που τους οδηγούν σε βίαιες αντιδράσεις, όπως να σπάνε, να ζωγραφίζουν, να καταστρέφουν εκκλησίες κ.λπ., θα ήθελα πάρα πολύ αυτή η ενέργεια να γυρίσει σε μια δημιουργική δράση. Η οποία πιθανώς να καταφέρει και ισχυρότερα πλήγματα στο σύστημα και στα κακώς κείμενα από ό,τι η βία, την οποία δεν μπορώ να αποδεχθώ από κανένα.


Και με το έλλειμμα των τριών εκατομμυρίων ευρώ που παραλαμβάνετε τι θα κάνετε;
Είμαι ακόμη στο στάδιο της ενημέρωσης. Πρέπει να δω τι ακριβώς συμβαίνει στη διοικητική δομή, στην παραγωγική διαδικασία, στις οικονομικές υπηρεσίες, να έχω πλήρη εικόνα και φαντάζομαι ότι γύρω στον Σεπτέμβριο θα προβώ στις απαραίτητες κινήσεις που θα προσδοκούν την ανατροπή του οικονομικού κλίματος. Και φαντάζομαι ότι το ΥΠΠΟ θα πρέπει, τώρα, να κάνει μια κίνηση γενναιόδωρη προς το Κρατικό. Θα είναι πάρα πολύ χρήσιμο, θα ανακουφίσει πολύ κόσμο.

Υπάρχει η εντύπωση ότι οι προηγούμενες διοικήσεις είχαν πρόβλημα συνεργασίας με το Δ.Σ.

Δεν ήταν πάντα το ίδιο Δ.Σ. Εγώ θα σας πω –και θα σας το πω και σε ένα χρόνο από τώρα– ότι αυτή τη στιγμή στο ΚΘΒΕ έχω έναν πολύ καλό και έντιμο πρόεδρο και ένα πολύ καλό συμβούλιο, το οποίο υπάρχει για να έχει οράματα, προβληματισμούς, αγωνίες και σκέψεις. Εγώ θα είμαι πάντα ανοιχτός να τα εισπράττω. Όσα από αυτά χωράνε στη φιλοσοφία προγράμματος που θα εξαγγέλλω κάθε φορά, βεβαίως και θα υιοθετούνται. Γιατί θέλω να έχω μια δημιουργική σχέση με το συμβούλιο.

Το όραμα όμως οφείλει να είναι του καλλιτεχνικού διευθυντή.
Ναι, αλλά πιστέψτε με, θα θεωρήσω τον εαυτό μου πετυχημένο αν το δικό μου όραμα συναντήσει τον πόνο και την αγωνία των πολλών.

Των πολλών της Βορείου Ελλάδας εννοείτε;
Της Βορείου Ελλάδας.

Ακόμη και αν αυτός ο πόνος και η αγωνία μπορεί να μη σας βρίσκουν σύμφωνο;
Ναι. Αλλά δεν θα κάνω καμία υποχώρηση σε λαϊκισμούς. Γιατί ο λαϊκισμός μπορεί να παρηγορεί σαν μια ασπιρίνη πρόσκαιρα, αλλά κάνει μεγαλύτερο κακό. Δηλαδή, αν υπάρχει μια παθολογία κοινωνική –που έχει πολλές η Ελλάδα– κι εσύ πας με τον λαϊκισμό να δώσεις μια ασπιρινούλα, από κάτω η αρρώστια μεγαλώνει. Το θέατρο βρίσκεται επί ελληνικού εδάφους, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να είναι περίκλειστο. Το θέατρο πρέπει να είναι ανοιχτό σε κάθε παγκόσμιο σκίρτημα έρευνας, γιατί καμία ταυτότητα δεν επιβεβαιώνεται αν δεν συγχρωτιστεί με την ετερότητα. Αλλιώς παραμένει μια ταυτότητα εν εαυτώ και οδηγεί στον αυτισμό.

Info:
Αριστοφάνη, Όρνιθες
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, 14 και 15/8, 9.00 μ.μ.
Σκηνοθεσία: Σωτήρης Χατζάκης, Μετάφραση: Κ.Χ. Μύρης, Σκηνικά: Έρση Δρίνη
Κοστούμια: Γιάννης Μετζικώφ, Μουσική: Μίνως Μάτσας
Διανομή: Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Γιώργος Αρμένης, Ντίνος Ποντικόπουλος,
Αλέξανδρος Μυλωνάς, Χρύσα Ρώπα

Δεν υπάρχουν σχόλια: