12/8/09

THE BRIDGE PROJECT




Όταν η λονδρέζικη θεατρική παράδοση συναντά την αμερικανική πρωτοπορία και τη φαντασμαγορία του Χόλιγουντ, το κοινό έρχεται αντιμέτωπο με ένα ιδιότυπο εγχείρημα, το Bridge Project. Οι δύο παραστάσεις του νέου αυτού εγχειρήματος, Ο Βυσσινόκηπος του Τσέχοφ και Το Χειμωνιάτικο Παραμύθι του Σαίξπηρ, ξεκίνησαν από το θέατρο Χάρβεϊ της Νέας Υόρκης, περιόδευσαν στη Σιγκαπούρη, στο Όκλαντ, στη Μαδρίτη και στο Ρεκλινγκχάουζεν, συνέχισαν στο Old Vic του Λονδίνου και ο επόμενος σταθμός –για το Χειμωνιάτικο Παραμύθι– είναι το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Σας παρουσιάζουμε όλα όσα θα θέλατε να ξέρετε γι’ αυτό το εγχείρημα και δεν έχετε ποιον να ρωτήσετε…


Από την Έλια Αποστολοπούλου
και την Αλεξάνδρα Βουδούρη




Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ OLD VIC

Τι χρειάζεται ένα θρυλικό θέατρο για να αναγεννηθεί από τις στάχτες του; Στην περίπτωση του βρετανικού Old Vic χρειάστηκαν, πριν από έξι χρόνια, ένα χολιγουντιανό όνομα να το διευθύνει (Κέβιν Σπέισι), αμέτρητες προσπάθειες, πειράματα, δοκιμασμένες παραστάσεις, κλασικό ρεπερτόριο, αλλά και φιλόδοξες παραγωγές, προκειμένου το απαιτητικό λονδρέζικο κοινό να αγαπήσει ξανά το θέατρο αυτό, που έχει όχι μόνο παράδοση αλλά και συναρπαστική ιστορία.
Το Old Vic είναι μάλλον μια ιδιαίτερη περίπτωση στην ιστορία του West End της βρετανικής πρωτεύουσας, καθώς έχει υποστεί αναρίθμητες ολοκληρωτικές καταστροφές (υλικές και οικονομικές), έχει συχνά αλλάξει ονομασία, ρεπερτόριο, ύφος και θεατρικές διαδρομές. Από αυτό τον θίασο, όμως, έχουν περάσει οι μεγαλύτεροι ηθοποιοί, από τον σερ Λόρενς Ολίβιε ως τον σερ Τζον Γκίλγουντ και τον Ραλφ Ρίτσαρντσον, καθώς και οι μεγαλύτεροι άγγλοι σκηνοθέτες.

«ΚΤΗΝΩΔΕΣ ΚΟΙΝΟ»


Λαϊκά μελοδράματα ήταν το ρεπερτόριο του Old Vic όταν πρωτάνοιξε τις πύλες του στο βρετανικό κοινό το 1818. Το θέατρο βρισκόταν τότε στην νότια πλευρά του Τάμεση και είχε ονομασία αριστοκρατική, Royal Coburg.
Το 1831, ο μεγάλος τραγικός Έντμουντ Κιν ερμηνεύει Ριχάρδο III, Οθέλο, Μάκβεθ και Βασιλιά Λιρ. Το κοινό, ωστόσο, μάλλον δεν έχει ακόμη την αρμόζουσα παιδεία για να κατανοήσει τις ερμηνείες του ηθοποιού, γεγονός που θα τον εξοργίσει αφάνταστα. Λέγεται ότι μια νύχτα απελπισμένος έβαλε στους θεατές του τις φωνές: «Ποτέ στη ζωή μου δεν έπαιξα μπροστά σε ένα τόσο αδαές, εντελώς κτηνώδες κοινό!».

«ΠΑΓΙΔΑ ΑΣΩΤΙΑΣ»

Ύστερα από δεκαπέντε χρόνια λειτουργίας, στην πρώτη του ανακαίνιση το Old Vic μετονομάστηκε σε Royal Victoria, όταν η τότε πριγκίπισσα Βικτωρία, και από το 1837 βασίλισσα, είχε ήδη αρχίσει να προβάλλει ως η πιθανότερη κληρονόμος του βρετανικού θρόνου. Το κοινό του θεάτρου αποτελούνταν τότε μόνο από μέλη της βασιλικής οικογένειας και του περίγυρού της, ενώ το ρεπερτόριο έγινε πιο κλασικό. Σε αυτό βοηθούσε, σύμφωνα με τις μαρτυρίες της εποχής, και η βαριά αριστοκρατική του διακόσμηση.
Ωστόσο, το 1850 ο Τσαρλς Κίνγκσλεϊ περιγράφει το Old Vic σαν «παγίδα πρόκλησης, ασωτίας και καταστροφής».
Μάλλον ήταν προφητικός, γιατί ως το 1871 το θέατρο έχει ήδη κλείσει μια φορά, μετονομάστηκε κατόπιν σε Νιου Βικτόρια, ενώ μέσα σε μια δεκαετία έχει βγει σε πλειστηριασμό πριν το ολοκληρωτικό του κλείσιμο έως το 1880.

ΚΑΙ ΜΙΟΥΖΙΚ ΧΟΛ

Μια ηγετική μορφή και κοινωνική μεταρρυθμίστρια, η Έμα Κονς (1838-1912), η πρώτη γυναίκα δημοτική σύμβουλος του Λονδίνου, κατορθώνει να ανοίξει και πάλι το θέατρο ως Café Royal Victoria αλλά και ως Μιούζικ Χολ. Την περίοδο αυτή η λέξη θέατρο είναι απαγορευμένη γιατί προκαλεί «ακάθαρτους συνειρμούς», που είχαν να κάνουν με τη φήμη που είχε αποκτήσει το Old Vic την περασμένη δεκαετία. Το νέο Μιούζικ Χολ φιλοξενεί έργα όπερας και κοντσέρτα έως την εποχή που η Έμα Κονς εξέλιπε – και μαζί της εξέλιπε και το πνεύμα της.

ΕΝΑΣ ΧΩΡΟΣ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΣΑΙΞΠΗΡ

Δύο χρόνια αργότερα τα πράγματα είχαν αλλάξει ουσιαστικά και στον ιστορικό χώρο εγκαινιάστηκε η πρώτη θεατρική περίοδος με έργα του Σαίξπηρ. Έως το 1918 το Old Vic καθιερώθηκε ως το μόνο θέατρο στο Λονδίνο που έπαιζε αποκλειστικά έργα του μεγάλου βρετανού θεατρικού συγγραφέα, ενώ έως το 1923 είχαν ήδη παιχθεί όλα του τα έργα. Το Old Vic βρήκε τελικά την ταυτότητα της μεγαλοσύνης του τις δεκαετίες 1920-30, ενώ στη σκηνή του έπαιξαν κορυφαίοι βρετανοί ηθοποιοί, όπως ο Μάικλ Ρεντγκρέιβ, ο Άλεκ Γκίνες και ο Λόρενς Ολίβιε.

Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ

Το κτίριο του Old Vic καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς το 1941. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο θίασος περιόδευε σε όλη τη βρετανική επικράτεια, ώσπου να βρει νέο χώρο, το 1944. Ο νέος χώρος ονομάστηκε New Theatre και, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Λόρενς Ολίβιε και του Ραλφ Ρίτσαρντσον, καθώς και του Τζον Μπιούρελ, ο θεατρικός οργανισμός Old Vic ανέβασε την περίοδο 1944-49 ορισμένα κλασικά έργα, σε παραστάσεις αναφοράς – ανάμεσά τους και τα έργα Σιρανό ντε Μπερζεράκ, Love for Love, Οιδίπους Τύραννος, καθώς και τον Πέερ Γκιντ του Ίψεν που ακόμα και σήμερα θεωρείται παράσταση-ορόσημο.
Ο θεατρικός οργανισμός επέστρεψε στο πλήρως ανακαινισμένο θέατρο της έδρας του το 1950. Τη δεκαετία αυτή ένα ακόμη αστέρι της βρετανικής θεατρικής σκηνής και αργότερα του κινηματογράφου αναδεικνύεται από τη σκηνή του. Η Τζούντι Ντεντς πρωταγωνιστεί σαν Οφηλία και Ιουλιέτα στο σαιξπηρικό Ρωμαίος και Ιουλιέτα, μια παραγωγή του Φράνκο Τζεφιρέλι.

ΣΤΕΓΗ ΓΙΑ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ

Το 1963 ο θεατρικός οργανισμός Old Vic διαλύθηκε και το ιστορικό κτίριό του στέγαζε έκτοτε το Νέο Εθνικό Θέατρο της Μεγάλης Βρετανίας υπό τη διεύθυνση του Λόρενς Ολίβιε. Το νέο Εθνικό ξεκίνησε τις παραστάσεις του με Άμλετ και πρωταγωνιστή τον Πίτερ Ο’ Τουλ. Στα επόμενα δεκατρία χρόνια η σκηνή του Old Vic φιλοξένησε τις ερμηνείες των νεότατων τότε Άντονι Χόπκινς, Μάγκι Σμιθ, αλλά και των Άλμπερτ Φίνεϊ και Τζεραλντίν ΜακΓιούαν.
Μετά την αποχώρηση του Εθνικού Θεάτρου από τον χώρο, το Old Vic συνέχισε με δοκιμασμένες παραστάσεις του κλασικού ρεπερτορίου, αλλά τη δεκαετία του 1980, έπειτα από αλλεπάλληλες οικονομικές πανωλεθρίες, αλλά και από αλλεπάλληλες ανακαινίσεις και αλλαγές στο διοικητικό προσωπικό, δεν έγινε κατορθωτό να διατηρήσει την παλιά του αίγλη. Ώσπου, από το 1977, ο Πίτερ Χολ με τον δικό του θεατρικό οργανισμό έδωσε ένα «νέο φιλί της ζωής» στο θρυλικό θέατρο, με παραστάσεις όπως το μπεκετικό Περιμένοντας τον Γκοντό με τους Μπεν Κίνγκσλεϊ και Άλαν Χάουαρντ. Δύο χρόνια αργότερα, η παραγωγή Αμαντέους προτάθηκε για πέντε βραβεία Ολίβιε (τα εγκυρότερα θεατρικά βραβεία της Βρετανίας, που απονέμονται από το 1976 – Ολίβιε λέγονται από το 1984).

ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗ ΝΕΑ ΧΙΛΙΕΤΙΑ

Το Old Vic γίνεται ξανά «σπίτι» θεατρικών παραγωγών το 2003, όταν ο Κέβιν Σπέισι διορίζεται καλλιτεχνικός διευθυντής του Θεατρικού Οργανισμού Old Vic. Ο Σπέισι είχε σκοπό να δώσει νέα ώθηση στο βρετανικό θέατρο και εν γένει σε αυτό που αποκαλείται «βρετανική θεατρική βιομηχανία». Στόχος του, αξιοσημείωτες, άρτιες παραστάσεις, με μεγάλη εμπορική απήχηση. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός έφερε σημαντικούς (και διάσημους) βρετανούς και αμερικανούς ηθοποιούς μαζί στη σκηνή. Ο δρόμος όμως για τον αμερικανό ηθοποιό και σκηνοθέτη δεν ήταν από την αρχή σπαρμένος με ροδοπέταλα, καθώς η μια αποτυχία διαδεχόταν την άλλη, ενώ οι Βρετανοί τον αντιμετώπισαν σαν «ένα κούκο σε ξένη φωλιά» αμφισβητώντας τη θεατρική του ευθυκρισία και τα κίνητρά του. Το πείσμα του όμως στάθηκε αρκετό ώστε να ξεπεράσει τις οικονομικές δυσκολίες (ο ίδιος μάλιστα έχει αρνηθεί τον μισθό του –γύρω στις 100.000 λίρες τον χρόνο– ως καλλιτεχνικού διευθυντή, ενώ παίρνει μικρή αμοιβή όταν σκηνοθετεί ή παίζει) και, αντιστρέφοντας το κλίμα, να ανεβάσει ήδη μεγάλες επιτυχίες όπως το Μπίλι Έλιοτ σε μουσική Έλτον Τζον. Ο Κέβιν Σπέισι συνεχίζει να δηλώνει πως ήρθε στο Λονδίνο για να μείνει.

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΤΟΥ ΜΠΡΟΥΚΛΙΝ (BAM)

Είναι διεθνώς γνωστή για τις καινοτόμες παραστάσεις χορού, μουσικής, θεάτρου και όπερας. Έχει παρουσιάσει μερικούς από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες διεθνώς και υποστηρίζει το έργο ρηξικέλευθων σύγχρονων καλλιτεχνών μέσα από το Φεστιβάλ New Wave, που ιδρύθηκε το 1983 και συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα πολιτιστικά φεστιβάλ παγκοσμίως. Πρόκειται για το παλαιότερο κέντρο παραστατικών τεχνών της Αμερικής, που βρίσκεται σε συνεχή λειτουργία από το 1861. Εκτός από τα εκπαιδευτικά προγράμματα, μέσα από τα οποία εκπαιδεύονται περισσότεροι από 24.000 σπουδαστές τον χρόνο σε 200 σχολεία της Νέας Υόρκης, η ακαδημία έχει ανοίξει και το BAMcafé, όπου οργανώνονται δωρεάν συναυλίες. Στο πλαίσιο του BAMcinématek φιλοξενούνται στη διάρκεια όλου του χρόνου κινηματογραφικές προβολές σε τέσσερις αίθουσες. Εκτελεστής-παραγωγός της ακαδημίας είναι ο Τζόζεφ Μελίλο.

NEAL STREET PRODUCTIONS

Ο Σαμ Μέντες, η Πίπα Χάρις και ο Κάρι Νιούλινγκ ίδρυσαν την εταιρεία παραγωγής Neal Street Productions, η οποία ειδικεύεται σε κινηματογραφικές και θεατρικές παραγωγές. Η εταιρεία εδρεύει στο Λονδίνο, αλλά ασχολείται με παραγωγές και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

ΤΟ ΧΟΛΙΓΟΥΝΤ ΠΑΕΙ ΛΟΝΔΙΝΟ

Ο θεατρικός συγγραφέας Μπέρναρ Σο είπε κάποτε ότι η Αμερική και η Αγγλία «είναι δύο χώρες που τις χωρίζει η κοινή γλώσσα». Το Bridge Project είναι ένα διατλαντικό θεατρικό εγχείρημα που επιχειρεί να γεφυρώσει αυτό ακριβώς το χάσμα. Αποτελεί μια τριετή συνεργασία μεταξύ του θεάτρου Old Vic του Λονδίνου, της Μουσικής Ακαδημίας του Μπρούκλιν και της εταιρείας παραγωγής Neal Street Productions, που θα παρουσιάζει δύο έργα τον χρόνο με Βρετανούς, Ιρλανδούς και Αμερικανούς πρωταγωνιστές στο Θέατρο Χάρβεϊ της Μουσικής Ακαδημίας του Μπρούκλιν, στο Old Vic και στη συνέχεια σε διάφορες πόλεις ανά τον κόσμο, με στόχο να προσεγγίσουν ένα διεθνές κοινό.
Η ιδέα γι’ αυτό το πρόγραμμα ξεκίνησε από την επιθυμία των παραγωγών και των καλλιτεχνών να συνεργαστούν. Ο Κέβιν Σπέισι αναζητούσε τρόπους να συνεργαστεί ξανά με τον Σαμ Μέντες, που τον είχε σκηνοθετήσει στον ρόλο που του χάρισε το Όσκαρ το 1999 για την ταινία American Beauty. Η αρχική σκέψη ήταν να συνεργαστεί ο Σαμ Μέντες με το Old Vic. Όσο προχωρούσαν οι συζητήσεις, ωστόσο, άρχισε να διαφαίνεται ότι ήθελαν κάτι παραπάνω από τη συνεργασία σε ένα μόνο έργο. Ήθελαν να κάνουν κάτι διαφορετικό. Ανάμεσα σε μέιλ, συζητήσεις και γεύματα, γεννήθηκε το Bridge Project. Το εγχείρημά του επρόκειτο να ξεκινήσει το 2008, με τον Σαμ Μέντες να σκηνοθετεί τον Άμλετ και την Τρικυμία του Σαίξπηρ. Η παραίτηση, όμως, του πρωταγωνιστή Στίβεν Ντιλέιν για προσωπικούς λόγους ανέβαλε το σχέδιο για ένα χρόνο. Έτσι η πρεμιέρα έγινε φέτος στη Μουσική Ακαδημία του Μπρούκλιν, όπου παρουσιάστηκε στις 2 Ιανουαρίου ο Βυσσινόκηπος του Άντον Τσέχοφ στην αγγλόγλωσση εκδοχή του Τομ Στόπαρντ και στις 10 Φεβρουαρίου το Χειμωνιάτικο Παραμύθι του Ουίλιαμ Σαίξπηρ – και τα δύο σε σκηνοθεσία Σαμ Μέντες. Και τα δύο έργα μπλέκουν το γέλιο με τη μελαγχολία, την ελπίδα με τη μεταμέλεια, για να διηγηθούν τις ιστορίες παραπλανημένων ανθρώπων, χαμένων μέσα στο ψέμα. Μεταξύ των πρωταγωνιστών οι Ίθαν Χοκ, Σάιμον Ράσελ Μπιλ, Σινέντ Κιούζακ και Ρεμπέκα Χολ. Για τη συνεργασία αυτή δόθηκαν ειδικές άδειες από τις ενώσεις βρετανών και αμερικανών ηθοποιών.
Το μέλλον του Bridge Project περιλαμβάνει και ανεβάσματα έργων αμερικανών συγγραφέων, πάντα με σκηνοθέτη τον Σαμ Μέντες, ενώ ο ίδιος ο Κέβιν Σπέισι σκοπεύει να συμμετάσχει ενεργά τον τρίτο χρόνο, δηλώνοντας ότι «μια ομάδα που ταξιδεύει ανά τον κόσμο με βάσεις της το Old Vic του Λονδίνου και τη Μουσική Ακαδημία του Μπρούκλιν είναι η καλύτερη απόδειξη ότι μπορείς να φέρεις κοντά Αμερικανούς και Βρετανούς». Εν μέσω μιας δύσκολης οικονομικής συγκυρίας, κατάφεραν να φέρουν σε πέρας ένα τόσο μεγαλεπήβολο σχέδιο, αποδεικνύοντας ότι «η κουλτούρα είναι μια κερδοφόρα επιχείρηση» λέει ο Κέβιν Σπέισι.
Ένα διεθνές πρόγραμμα τέτοιας εμβέλειας όμως έχει τις δικές του προκλήσεις, λέει ο Τζο Μελίλο: Πρέπει να υπάρχει συγχρονισμός, ώστε τα δελτία Τύπου να δημοσιεύονται ταυτόχρονα σε χώρες με διαφορετική ζώνη ώρας και να ξεπεραστούν προβλήματα διαφορών στο φορολογικό σύστημα και στις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Για να ξεπεράσει, μάλιστα, το πρόβλημα της διαφορετικής προφοράς Αμερικανών και Βρετανών, ο Σαμ Μέντες τοποθετεί στο Χειμωνιάτικο Παραμύθι τους βρετανούς ηθοποιούς στη Σικελία και τους αμερικανούς στη Βοημία.
Αλλά το Bridge Project είναι μια πρόκληση και για τους ίδιους τους ηθοποιούς. Ο Ίθαν Χοκ μόλις τελείωσε μια μακρόχρονη συνεργασία με τον Τομ Στόπαρντ στην τριλογία Coast of Utopia, που ανέβηκε στο Μπρόντγουεϊ. Παρότι ήθελε να παραμείνει για κάποιο διάστημα εκτός, η πρόκληση ήταν πολύ μεγάλη. Όπως δήλωσε ο ίδιος, «ήταν μια ευκαιρία να μάθω. Προσπαθώ να ασχολούμαι με πράγματα που θα ήθελα να διαβάσω στη νεκρολογία μου. Αν είχα πεθάνει, αυτό είναι ένα από τα πράγματα που θα ήθελα να είχα κάνει στη διάρκεια της ζωής μου».



Info
The Bridge Project
Σαμ Μέντες
Το Χειμωνιάτικο Παραμύθι, Ουίλιαμ Σαίξπηρ
Το Χειμωνιάτικο Παραμύθι εκδόθηκε το 1623 και είναι μικτό θεατρικό είδος. Οι τρεις πρώτες πράξεις αποτελούν ψυχολογικό δράμα, ενώ οι δύο επόμενες είναι ανάλαφρες και κωμικές με χάπι εντ. Για τους σκηνοθέτες το συγκεκριμένο έργο πάντα αποτελεί πρόκληση. Είναι η πρώτη φορά που ανεβαίνει έργο του Σαίξπηρ στην Επίδαυρο.
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 21-22 Αυγούστου 2009, 21:00
Εισιτήρια: €50 (Διακεκριμένη), €40 (Α΄), €30 (B΄), €20 (Άνω διάζωμα)





Ο Σαμ Μέντες για το Bridge Project
Το Bridge Project γεννήθηκε από μία απλή επιθυμία: την ανάγκη των καλλιτεχνών, συνεργατών και του κοινού στις δύο πλευρές του Ατλαντικού να έρθουν σε επαφή ο ένας με τη δουλειά του άλλου. Έχοντας δουλέψει και στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη, συνειδητοποίησα ότι στην πραγματικότητα υπάρχει ελάχιστη επαφή και αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο αυτών πόλεων με την τεράστια θεατρική παράδοση. Το 2002 ήταν η δέκατη και τελευταία χρονιά μου ως καλλιτεχνικού διευθυντή του Θεάτρου Ντόνμαρ του Λονδίνου. Σκηνοθέτησα τότε τον Θείο Βάνια του Άντον Τσέχοφ και τη Δωδέκατη Νύχτα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Τα δύο αυτά έργα στη συνέχεια παρουσιάστηκαν στο Θέατρο Χάρβεϊ της Ακαδημίας Μουσικής του Μπρούκλιν (BAM). Μετά από αυτή τη μεγάλη επιτυχία, ο Τζόζεφ Μελίλο εκτελεστής-παραγωγός της Ακαδημίας Μουσικής του Μπρούκλιν, μου πρότεινε να κάνουμε μία θεατρική ομάδα που θα ανέβαζε δύο έργα κάθε χρόνο. Την ίδια περίοδο ήμουν σε συζητήσεις με τον φίλο μου Κέβιν Σπέισι, ο οποίος μόλις είχε αναλάβει καλλιτεχνικός διευθυντής του Θεάτρου Old Vic, για την πιθανότητα να ανεβάσουμε κάτι εκεί. Αυτά τα δύο δεν άργησαν να ενοποιηθούν σε ένα πρότζεκτ. Αναρωτιόμασταν μαζί και με τον επί χρόνια συνεργάτη μου Κάρι Νιούλινγκ πώς θα μπορούσε να είναι μια παραγωγή αν αίρονταν τα εμπόδια της απόστασης και της διαφοροποίησης των δύο θεατρικών κοινοτήτων. Τελικά, το υπερατλαντικό εγχείρημά μας άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά με δύο στέγες: τη μία στην Ακαδημία Μουσικής του Μπρούκλιν στη Νέα Υόρκη και την άλλη στο Old Vic του Λονδίνου.
Γι’ αυτό είμαι ενθουσιασμένος που βρίσκομαι πάλι σε αυτό το θέατρο, δουλεύοντας παράλληλα Τσέχοφ και Σαίξπηρ με εξαιρετικά ταλαντούχους ηθοποιούς, που βρίσκονται μαζί για τα εγκαίνια του Bridge Project.

Δεν υπάρχουν σχόλια: