4/8/09

Νικαίτη Κοντούρη



Από την Κατερίνα Κόμητα
Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης



Ευριπίδης. Επικριτικός με τους Έλληνες της εποχής του

Οι Τρωάδες είναι κλεισμένες σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Στο δεύτερο στάσιμο, αντί για τα πρωτότυπα λόγια του κειμένου, αφηγούνται περιπέτειες συγχρόνων μας γυναικών, που βιάστηκαν, εξευτελίστηκαν, ταπεινώθηκαν στη διάρκεια πολέμων. Τι θα έλεγε ο Ευριπίδης αν μπορούσε να πάρει θέση; Θα συμφωνούσε, το πιθανότερο, μια που ο Ευριπίδης δεν σιώπησε ούτε για τις αδικίες που διέπραξαν οι συμπατριώτες του. Η Νικαίτη Κοντούρη κοιτάζει βαθιά μέσα στο έργο του Ευριπίδη, πρωτίστως όμως κοιτάζει γύρω της – και δεν της αρέσει καθόλου αυτό που βλέπει.


Σε ένα βομβαρδισμένο σύγχρονο σχολείο τοποθετεί τις Τρωάδες της η σκηνοθέτρια Νικαίτη Κοντούρη. Μια ομάδα παιδιών παίζει τον πρόλογο των Τρωάδων κι ύστερα μεταφέρονται εδώ οι γυναίκες της Τροίας και το πρώην σχολείο μετατρέπεται σε προσωρινό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Τη συναντήσαμε στους Δελφούς λίγο πριν το ανέβασμα των Τρωάδων στο εκεί αρχαίο θέατρο. Ακούγεται απόλυτα κατασταλαγμένη σχετικά με τις επιλογές της κι είναι φυσιολογικό αφού το έργο υπήρχε μέσα στα σχέδιά της τα τελευταία τρία χρόνια. Μιλάει με μητρική γλυκύτητα για τα γυναικόπαιδα-θύματα των πολέμων του σήμερα, αλλά και με σκληρή γλώσσα για όσους αντιμετωπίζουν με ρατσιστική διάθεση όσους αναγκάστηκαν να εκλιπαρούν για βοήθεια. Έχει δίκιο. Οι Τρωάδες από την εποχή του Τρωικού πολέμου μέχρι σήμερα είναι πάντοτε παρούσες κι ο θρήνος τους δεν έπαψε ποτέ.


Για ποιο λόγο επιλέξατε να ανεβάσετε Τρωάδες;
Με αυτό το έργο, που το αγαπώ πάρα πολύ, ήθελα να διερευνήσω τη βία σαν αποτέλεσμα ενός πολέμου άδικου και σκληρού, που διαστρεβλώνει τις αξίες και τα πιστεύω των ανθρώπων και οδηγεί τους νικητές σε εξαιρετικά απάνθρωπες πράξεις. Να δώσω μια εξήγηση στο γιατί οι νικητές μεταχειρίζονται με αυτόν τον απάνθρωπο τρόπο τον άμαχο πληθυσμό. Οι Τρωάδες είναι ένα αντιπολεμικό μανιφέστο κι ο Ευριπίδης εισάγει την έννοια της ατομικής ευθύνης και φέρνει τον άνθρωπο προ των ευθυνών του. Κάτι άλλο που με συγκινεί πολύ στο έργο αυτό είναι η έννοια της πατρίδας. Η πατρίδα που είναι πάνω από όλα. Πάνω από το προσωπικό/οικογενειακό συμφέρον, από τον προσωπικό/οικογενειακό θρήνο. Η σχέση με τον τόπο είναι κάτι το πολύ συγκινητικό. Ξέρετε, πριν πολλά πολλά χρόνια οι έννοιες ήθος και τόπος ήταν ταυτόσημες.

Ο ΕΥΡΥΠΙΔΗΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣΕ ΤΙΣ ΑΔΙΚΙΕΣ ΤΟΥ «ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ»

Σε τούτη την εποχή, που μεγάλα τμήματα πληθυσμών ανά τον κόσμο μετακινούνται λόγω των πολέμων, το έργο φαίνεται να είναι πολύ επίκαιρο.
Οι σύγχρονες Τρωάδες αναφύονται ανά πάσα στιγμή από πληγωμένες περιοχές του πλανήτη. Είναι παρούσες συνεχώς και αδιαλείπτως. Τις βλέπεις στα ξεκοιλιασμένα πτώματα των παιδιών, στις βιασμένες γυναίκες, στους ακρωτηριασμένους άντρες, στα καραβάνια των εξόριστων. Οι άνθρωποι αυτοί καταφεύγουν σε διάφορες χώρες, μια από τις οποίες είναι και η Ελλάδα. Ωστόσο, η χώρα μας φέρεται πολύ σκληρά στους ξένους∙ όλοι εμείς τους φερόμαστε πολύ σκληρά. Μια μέρα είδα στην τηλεόραση ένα ρεπορτάζ και ντράπηκα που ζω στην Ελλάδα: Υπήρχε μια οικογένεια Ιρακινών, ένα πολύ νέο ζευγάρι με τρία παιδάκια, που επί δύο μερόνυχτα βρίσκονταν στον Εθνικό Κήπο και εκλιπαρούσαν για βοήθεια. Κανείς δεν συγκινήθηκε. Κανείς δεν τους έδωσε λίγο νερό, ένα κομμάτι ψωμί για τα παιδιά. Αντιθέτως, οι περαστικοί τους κοιτούσαν με καχυποψία. Αυτή την καχυποψία δεν μπορούμε να την πολεμήσουμε σε μια χώρα που είμαστε χορτάτοι; Και δεν θα προχωρήσουμε, δεν θα συνέλθουμε αν δεν γίνουμε ανεκτικοί απέναντι στο ξένο και στο διαφορετικό.

Η αδιαφορία είναι βία;
Όχι, αλλά μπορεί να οδηγήσει στη βία.

Το θέατρο μπορεί να σε μάθει να είσαι πιο ανεκτικός;
Σαφέστατα. Μπορεί να σε διδάξει να αποδέχεσαι τον άλλον και να του αφήνεις χώρο να εκφραστεί. Το θέατρο μπορεί να αφυπνίσει τις συνειδήσεις των ανθρώπων ώστε να έχουν πιο ενεργητική στάση ως προς τα πράγματα: να εναντιωθούμε στον ρατσισμό που είναι πάρα πολύ έντονος στην κοινωνία μας, να είμαστε πιο προστατευτικοί απέναντι στους ξένους που έρχονται στην Ελλάδα.

Αν ένας ρατσιστής παρακολουθήσει την παράστασή σας, πιστεύετε ότι είναι δυνατόν να αλλάξει απόψεις;
Πολύ δύσκολα. Γιατί ένας ρατσιστής έχει πολύ κλειστό μυαλό, έχει παρωπίδες. Στο Θέατρο Δάσους όντως παρακολούθησε την παράσταση ένας δεδηλωμένος ρατσιστής. Στο τέλος με ρώτησε –δεν περίμενα και τίποτα καλύτερο να με ρωτήσει– πού ανακάλυψα αυτό το ωραίο έργο. Η επόμενη ερώτησή του και ταυτόχρονα το επόμενο χαστούκι αφορούσε το ποια ήταν η «κορυφαία». Έλεγε « ορυφαία» και εννοούσε την Εκάβη. Ο άνθρωπος αυτός δεν επικοινώνησε καθόλου με την παράσταση. Πρωτίστως αρνήθηκε να δει ότι ο Ευριπίδης επικρίνει τους Αχαιούς για τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίστηκαν τους ηττημένους. Βλέπετε, του ήταν αδιανόητο πως ο «ελληνισμός» δέχθηκε τόσο μεγάλες βολές από έναν αρχαίο συγγραφέα.

Και τελικά τι κατάλαβε;
«Ωραίο έργο, με πατριωτικά μηνύματα». Αυτό μου είπε. Ο καθένας καταλαβαίνει αυτό που θέλει.

ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ

Έχουν γίνει αλλαγές στο αρχικό κείμενο;
Έχει αντικατασταθεί το δεύτερο στάσιμο που έβριθε μυθολογικών στοιχείων, τα οποία μας πέταγαν τελείως έξω από το σκεπτικό της παράστασης και με τα οποία δεν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε παρά μόνο αναλύοντάς τα. Τα στοιχεία αυτά αντικαταστάθηκαν με κείμενα των μελών του Χορού που στηρίχθηκαν σε πραγματικές μαρτυρίες γυναικών-θυμάτων πολέμου και τα οποία συνθέτουν μια κραυγή διαμαρτυρίας. Καθεμιά από τις γυναίκες του Χορού λέει τηλεγραφικά πώς βρέθηκε σ’ αυτό το Μεταγωγών. Σαν στιγμιότυπα μιας ανάκρισης που έχει ήδη υποστεί. Είναι μια δουλειά εργαστηρίου που έγινε από εμάς. Καθεμιά ηθοποιός ανταποκρίθηκε με τον δικό της προσωπικό τρόπο στην επιλογή και στη διαμόρφωση του κειμένου.

Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσατε στο ανέβασμα;
Η μεγαλύτερη δυσκολία έχει να κάνει με τον θρήνο του τέλους. Είχε πολύ μεγάλη σημασία ποιο θα είναι το φινάλε μας, πώς βλέπουμε το έργο, ποιο τέλος επιλέγουν για τον εαυτό τους οι αιχμάλωτες γυναίκες: ποιες αντέχουν να πάνε σκλάβες και γιατί, ποιες μένουν εκεί και γιατί, και ποιες «διακτινίζονται» και γιατί. Στο κομμάτι αυτό συνεισέφερε πολύ η προσωπικότητα της κάθε γυναίκας του Χορού.

Σήμερα υπάρχει ένα θέμα για τη λειτουργία, τη χρήση ή ακόμα και τον λόγο ύπαρξης του Χορού στο ανέβασμα μιας τραγωδίας. Ίσως αυτή είναι η δική σας πρόταση;
Ξέρετε, πηγαίνω πάντα με τα έργα και μου είναι αδύνατο να γενικεύσω. Πιθανόν να είναι μια προσέγγιση, όμως πραγματικά η επιλογή αυτή προέκυψε από τις ανάγκες του συγκεκριμένου έργου.

Πιστεύετε ότι οι κριτικοί αντιμετωπίζουν διαφορετικά τους άντρες σκηνοθέτες απ’ ό,τι τις γυναίκες;

Άλλες φορές ναι και άλλες όχι. Νομίζω πάντως ότι όλοι είναι πολύ προσεκτικοί όταν πρόκειται για το ανέβασμα μιας αρχαίας τραγωδίας. Στην περίπτωση αυτή υπάρχουν πολλές ενστάσεις και εμείς οι Έλληνες είμαστε πολύ επικριτικοί. Πολλές φορές έχω ακούσει ότι η προσέγγισή μου «ήταν πολύ γυναικεία». Και την ίδια ώρα οι ηθοποιοί μου βρίσκουν στο ίδιο έργο την προσέγγισή μου «πολύ αντρική». Τελικά δεν ξέρω ποιους να πιστέψω. Η πρόθεσή μου πάντως είναι να προσπαθώ να κάνω σαφή τα ερωτήματα που θέτει ο συγγραφέας.

Την ώρα που ανεβάζετε έχετε στο μυαλό σας τις αντιδράσεις που πιθανόν θα προκαλέσουν οι επιλογές σας;

Ως προς την αρχαία τραγωδία οι αντιδράσεις είναι δεδομένες και δικαίως. Έτσι, κάνω αυτό που πιστεύω. Με τις Τρωάδες λειτούργησα πολύ ελεύθερα κι είχα ανθρώπους που με ακολούθησαν σε αυτή την ελευθερία. Ανθρώπους που αισθάνομαι ότι πιστεύουν σε αυτή την παράσταση και στον τρόπο που χτίστηκε. Εύχομαι να μην είναι ψευδές αυτό που εισπράττω. Κι αν υπάρξουν αντιδράσεις, ας είναι ευγενικές. Δεν χρειάζεται όσοι διαφωνούν να τραμπουκίζουν, είτε εις βάρος μου είτε εναντίον των ηθοποιών μου.

Μιλήστε μου για τις σκηνικές σας επιλογές
Ο χώρος ορίζεται με ένα πατάρι. Υπάρχει δηλαδή ένας περιχαρακωμένος χώρος δράσης. Κι αυτό είναι πολύ λυτρωτικό, γιατί λειτουργεί σαν κάδρο μέσα στο οποίο αναπτύσσονται τα συναισθήματα και εξελίσσεται η ιστορία. Το σκηνικό μας είναι πάρα πολύ απλό, όπως άλλωστε είναι και τα κοστούμια της παράστασης.

Οι υπόλοιποι συνεργάτες;
Η Καλλιόπη Σφήκα μεθόδευσε εξαιρετικά την ανάπτυξη της τεχνικής των γυναικών του Χορού, ενώ πολύ σημαντικοί συνεργάτες ήταν η Καλλιόπη Τσουπάκη στη μουσική και ο Δημήτρης Ιατρόπουλος στη σύνθεση των ήχων του φυσικού περιβάλλοντος. Σε όλη τη διάρκεια της παράστασης υπάρχει μια υποβόσκουσα καταιγίδα, μια φύση σε αναβρασμό και στο τέλος ένα ξέσπασμα τρομερό. Η μετάφραση της Ελένης Βαροπούλου συνδυάζει εξαιρετικά την ποίηση του Ευριπίδη με τον ρεαλισμό του. Ο λόγος είναι άμεσος και ευθύβολος, χωρίς να παραβλέπει τα πιο σύνθετα στοιχεία του κειμένου.

Με ποια κριτήρια επιλέξατε τους ηθοποιούς;
Δεν θα γίνονταν οι Τρωάδες αν η Λήδα Πρωτοψάλτη δεν δεχόταν να παίξει την Εκάβη. Η παρουσία της είναι πολύ σημαντική για μένα. Έχει τεράστια εμπειρία σε ρεπερτόριο, πολύ γερές αποσκευές και μπορεί να στηρίξει με την ψυχή της και το μυαλό της ένα ποιητικό κείμενο με άμεσο τρόπο, ακόμα και στα πιο δύσκολα λεκτικά σχήματα της μετάφρασης. Είναι πολύ σημαντικό κεφάλαιο για το θέατρο και μεγάλο κέρδος για την παράσταση. Και πλάι της στέκουν πολύ σημαντικοί ηθοποιοί της νέας γενιάς.

ΟΙ ΗΘΟΠΟΙΟΙ; ΤΟΥΣ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΑΙ ΚΑΙ ΜΕ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΙ

Ως σκηνοθέτης πώς λειτουργείτε με τους ηθοποιούς;
Λειτουργώ με ανθρώπους με τους οποίους υπάρχει αμοιβαία εμπιστοσύνη γιατί αυτό με απελευθερώνει. Αγαπάω πολύ τους ηθοποιούς μου, τους εμπιστεύομαι και θέλω να είμαστε πάντα στην ίδια μεριά. Ξέρω καλά ότι είναι το άλφα και το ωμέγα. Με αυτούς πραγματοποιούνται στη σκηνή οι ιδέες μου• αυτό είναι το υλικό μου. Γι’ αυτό και προσπαθώ να σέβομαι τα ιδιαίτερα στοιχεία τους.

Πώς είναι να σκηνοθετείς θέατρο στην Ελλάδα στις μέρες μας;
Όταν ξεκινούσα πίστευα ότι θα ήταν πιο εύκολο. Τώρα πια, όσο περνάν τα χρόνια, τα πράγματα δυσκολεύουν ολοένα και περισσότερο. Παράλληλα όμως δυσκολεύω κι εγώ. Επιλέγω με άλλα κριτήρια, είμαι πιο απαιτητική, ισχυρογνώμων και αμετακίνητη. Το να κάνεις θέατρο από τη μια είναι ευλογία κι από την άλλη θέλει να πληρώνεις ακριβό τίμημα. Τώρα όμως με βρίσκετε σε μια φάση που λόγω Τρωάδων είμαι ιδιαίτερα ευτυχής και δεν μπορώ να πάρω εύκολα θέση απέναντι στα πράγματα. Ναι, όταν η συγκυρία είναι καλή, ζεις με την αυταπάτη ότι είσαι ευτυχισμένος, ακόμα κι αν αυτό είναι προσωρινό. Γι’ αυτό και σ’ αυτή τη φάση δεν μπορώ να μιλήσω για τη μαύρη πλευρά των πραγμάτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: