Ξέρω πολλούς ανθρώπους που λατρεύουν να χαζεύουν τα ηλιοβασιλέματα, τα χρώματα που παίρνει ο ουρανός, τη βαθμιαία μετάβαση στο λυκόφως, όταν όλα σκουραίνουν μέχρι να σκοτεινιάσουν. Ορισμένοι εκστασιάζονται, δηλώνουν μαγεμένοι, ψάχνουν μεταφυσικές προεκτάσεις. Προσωπικά, δεν τους συμμερίζομαι. Ωραία είναι τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος, αλλά από τη μαγεία ακόμα πιο ενδιαφέρουσα είναι η απομάγευση. Η απομάγευση, το ξεμάγεμα επιτρέπει στους ανθρώπους να προτάσσουν τη λογική, να σκέπτονται, να εξηγούν τα πράγματα γύρω τους – και πρέπει να σας εξομολογηθώ ότι, κάποτε, χάρηκα πολύ που και ο Μίλαν Κούντερα, στην αξέχαστη Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι, έκανε μια επίθεση με πολύ ωραίο στυλ σε όσους λατρεύουν τα ηλιοβασιλέματα, ιδίως μάλιστα όταν οτιδήποτε άλλο λατρεύουν το λατρεύουν όπως τα ηλιοβασιλέματα: απόμακρα, χωρίς στην πραγματικότητα να επηρεάζει ούτε το νου ούτε την καρδιά τους.
Και στην πατρίδα μας, πολλές και πολλοί μαγεύονται από το ηλιοβασίλεμα – πολύ περισσότεροι απ’ όσους λατρεύουν το ξημέρωμα, αλλά είναι ευνόητο ότι συνήθως όσοι έχουν χρόνο για να λατρέψουν τη Δύση του ηλίου στην Ανατολή του κοιμούνται, ενώ όσοι είναι ξύπνιοι χαράματα δεν προλαβαίνουν να λατρέψουν τίποτα, τρέχουν να προλάβουν κάποια δουλειά.
Στην πατρίδα μας, επίσης, περισσότεροι κι απ’ όσους λατρεύουν το ηλιοβασίλεμα, πεθαίνουν για τα μάρμαρα. Για την κληρονομιά μας, για την ιστορία μας, για τα επιτεύγματα των προγόνων μας. Για όλα αυτά τα σπουδαία και μεγάλα που κάρπισαν εδώ και για τα οποία είμαστε περήφανοι. Κορωνίς, φυσικά, όλων αυτών των σπουδαίων είναι η Ακρόπολη της Αθήνας.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί μια πραγματικότητα. Ενώ δεσπόζει ως αισθητικό θαύμα πάνω από τη (σε μεγάλο βαθμό) γκρίζα καθημερινότητά μας, η Ακρόπολη δεν έχει καταφέρει να καθορίσει με την υψηλή αισθητική της τη δική μας αισθητική, την αισθητική των Νεοελλήνων. Σύμφωνοι, λατρεύεται από όλους, αλλά ήδη από το σχολείο μάθαμε να τη θαυμάζουμε ακριβώς όπως θαυμάζουμε το ηλιοβασίλεμα. Κεχηνότες. Και χάσκοντας, ανασύρουμε την ετοιματζίδικη εξήγηση: είμαστε περήφανοι γιατί είναι ωραία και σύμβολο μιας εποχής που δίναμε στην ανθρωπότητα τα φώτα του πολιτισμού.
Αυτό, φυσικά, είναι μια τεράστια εξαπλούστευση που έχει όνομα. Ονομάζεται αρχαιολατρία – και ξέρω τουλάχιστον έναν αξιοσημείωτο Έλληνα ποιητή που τον εξόργιζε. Ονομαζόταν Γιώργος Μακρής. Τον κατέτασσαν στους Έλληνες μπίτνικ, συνεργαζόταν στο περιοδικό Πάλι. Ένα βράδυ πήγε στο θυρωρό της πολυκατοικίας, του ζήτησε τα κλειδιά της ταράτσας, «κατεβαίνω αμέσως» του είπε, ανέβηκε και κατέβηκε με ένα άλμα στο κενό. Όσο ο Γιώργος Μακρής «φόρτωνε» απελπισία, αυτή την απελπισία που τον έκανε να ζητήσει τα κλειδιά της ταράτσας, έκανε μια πλάκα. Φανταζόταν, έλεγε, τη Ακρόπολη να λείπει από τη θέση της, να έχει ανεγερθεί εκεί πέρα ένα τεράστιο γυάλινο κτίριο, εμπορικό κέντρο και γκαράζ. Έλπιζε ότι αν έλειπε το σύμβολο της εξαπλουστευτικής αρχαιολατρίας, οι συμπατριώτες του θα αναγκάζονταν να συγκριθούν όχι με την ιδέα που οι ίδιοι έχουν για τον εαυτό τους, αλλά με την ιδέα που έχουν οι άλλοι γι’ αυτούς. Κι ότι, έτσι, θα αναγκαστούν να ζητήσουν την προκοπή τους με πιο γρήγορα βήματα, πιο γρήγορες κινήσεις, πρωτίστως αναμετρώμενοι με την πραγματικότητα του σήμερα που οδηγεί στο αύριο κι όχι με τους συμβολισμούς του αθάνατου παρελθόντος μας που οδηγεί απλώς στη μεγάλη ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας.
Και πέρασε ο καιρός, ο ήλιος ανέτειλε και βασίλεψε πολλές φορές και μια ωραία ημέρα, κάτω από την Ακρόπολη, αποκτήσαμε ένα μεγάλο, μοντέρνο αρχιτεκτόνημα. Ένα καινούργιο μουσείο για να στεγάσει μια μεγάλη μόνιμη έκθεση με ορισμένα καλλιτεχνικά αριστουργήματα της αρχαιότητας – πρωτίστως, μάλιστα, μερικά καλλιτεχνικά αριστουργήματα της κλασικής αρχαιότητας, της εποχής δηλαδή που σε τούτα εδώ τα μάρμαρα καλλιεργούνταν η δημοκρατία και η φιλοσοφία και οι τέχνες – το θέατρο, η γλυπτική, η αρχιτεκτονική…
Να ένας ωραίος καινούργιος συμβολισμός. Ένα μοντέρνο κτίριο, ένα αρχιτεκτονικό μνημείο της εποχής μας χρησιμεύει ως κέλυφος για τα τεκμήρια μιας εποχής από την οποία εμπνεύστηκε και συνεχίζει να εμπνέεται όλος ο σύγχρονος δυτικός κόσμος, αυτός ο κόσμος στον οποίο ανήκουμε (δεν είμαστε ανάδελφοι). Μια σύγχρονη κατασκευή, ένα μινιμαλιστικό αρχιτεκτόνημα που, για να γίνει, εκτιμήθηκε η πραγματικότητα και συγκρούστηκαν αισθητικές και συμφέροντα, τελικά δεσπόζει κάτω από την Ακρόπολη. Όχι για να φιλοξενήσει τη μεγάλη ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας, αλλά για να επιτρέψει την απόλαυση των καλλιτεχνικών τεκμηρίων του παρελθόντος σε σύγχρονες συνθήκες. Τη γνώση της εποχής που τα παρήγαγε, όχι τη δήθεν εθνική μυθολογία της.
Το διάστημα των εγκαινίων του νέου Μουσείου της Ακρόπολης μάλλον δεν προλάβαμε να αναρωτηθούμε: γιατί άραγε όλος ο κόσμος στάθηκε με θαυμασμό μπρος στο νέο μουσείο; Επειδή, όπως είπαν μερικοί στις τηλεοράσεις, είναι το καλύτερο του κόσμου; Όχι βέβαια, σπουδαία μουσεία υπάρχουν πολλά – από το Γκουγκενχάιμ μέχρι το Λούβρο, από το ΜοΜΑ μέχρι το Πράδο… Αλλά επειδή τούτο το μουσείο εκθέτει με μοναδικό τρόπο τα masterpieces της κλασικής περιόδου, στην οποία ο σύγχρονος δυτικός κόσμος αναγνωρίζει τις επιδράσεις σε ό,τι είναι σήμερα: στην οργάνωση, στη δημοκρατία, στην ιδέα της προόδου, στη δικαιοσύνη, στην αισθητική. Κι επειδή το σύγχρονο κέλυφός του, μπετόν, γυαλί και μεγάλες διάφανες επιφάνειες, δεν κρύβει αλλά αποκαλύπτει μια τέχνη, στις φόρμες της οποίας καθρεφτίζεται όλος ο σύγχρονος κόσμος.
Αν ζούσε ο Γιώργος Μακρής σίγουρα θα χαιρόταν σε αυτό το σύγχρονο μνημείο από μπετόν και γυαλί – κι ίσως, μια μέρα, το ηλιοβασίλεμα, χαζεύοντας από το καφενείο την Ακρόπολη ψηλά απέναντι, να παραμέριζε η απελπισία και να μην πήγαινε να ζητήσει τα κλειδιά της ταράτσας.
Ηλίας Κανέλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου