Ξεχάστε όλα τα κλισέ. Ο κορυφαίος αυτός πιανίστας συνδυάζει την κατάρτιση ενός σπουδαίου μουσικού με την ελαφρότητα ενός χαρούμενου ανθρώπου που αδιαφορεί για τις τυπικότητες αλλά νοιάζεται για την ουσία. Φυσικά, τον βοηθά και η έδρα του, η πολυπολιτισμική Νέα Υόρκη που ποτέ δεν κοιμάται – κι ακούει πάντα πολλή μουσική
Από τη Νάντια Δρακούλα
Είναι κορυφαίος πιανίστας, μουσικός με διεθνή λάμψη και φανατικό κοινό. Συνδυάζει την κλασική μουσική με την αφροκουβανέζικη τζαζ, έχει συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα της παγκόσμιας σκηνής και έχει μαζέψει στα ράφια του αρκετά Γκράμι και Έμι. Λίγες μέρες πριν αυτή η πληθωρική προσωπικότητα εμφανιστεί στη Μικρή Επίδαυρο τον αναζητήσαμε στο τηλέφωνο, στην έδρα του, στη Νέα Υόρκη. Απολαύσαμε τις απόψεις του για τη μουσική, για την καθημερινότητά του, αλλά και για την ικανοποίηση που νιώθει κάποιος που κατακτά τα όνειρα που κυνηγάει από παιδί. Απολαύστε τις κι εσείς.
Επισκέπτεσθε την Ελλάδα δεύτερη συνεχή χρονιά, μετά την περσινή σας εμφάνιση στο Μέγαρο Μουσικής. Αυτή τη φορά εμφανίζεστε σε έναν πολύ διαφορετικό χώρο, στο Μικρό Θέατρο της Επιδαύρου. Τι πρόκειται να ακούσουμε εκεί;
Οι συναυλίες αυτές είναι μέρος της παγκόσμιας περιοδείας μου με το τρίο μου, τον μπασίστα Τσαρλς Φλόρες και τον Κλιφ Όλμοντ στα ντραμς.
Δεν είναι πια μαζί σας ο ντράμερ Ντάφνις Πριέτο;
Στην περιοδεία μου αυτή έχει διαφοροποιηθεί το ρεπερτόριο. Δεν έχει μόνο κομμάτια από το τελευταίο μου άλμπουμ Spirit of The Moment (2007), αλλά από ολόκληρη τη δισκογραφία μου, συμπεριλαμβανομένων των κλασικών και των σάουντρακ. Έτσι λοιπόν και δεδομένου ότι ο Ντάφνις φέτος δουλεύει το προσωπικό του άλμπουμ και στο δικό του γκρουπ κατέφυγα στον Κρις που ξέρει πολύ καλά το ρεπερτόριό μου – έχουμε συνεργαστεί κοντά 15 χρόνια. Ξέρετε, 65 τραγούδια, 18 άλμπουμ, είναι πολλά, και ο Κρις τα κατέχει πολύ καλά.
Πώς έχει προκύψει αυτός ο περίεργος συνδυασμός τζαζ-λάτιν και κλασικής μουσικής στη ζωή σας;
Ήταν μοιραίο. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια με τρεις γενιές μουσικών από διάφορα είδη, άλλους του κλασικού, άλλους του πιο εμπορικού ρεπερτορίου. Οι ρίζες μου είναι λατινικές, αφού μεγάλωσα στη Δομινικανή Δημοκρατία, φοίτησα μάλιστα εκεί, στο Εθνικό Ωδείο, όπου απέκτησα κλασική μουσική μόρφωση και στα δεκάξι μου ήμουν ήδη μέλος της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της χώρας. Τζαζ άκουσα πρώτη φορά στα δεκατέσσερά μου από έναν ξάδελφο, συλλέκτη δίσκων και ραδιοφωνικό παραγωγό. Ερωτεύτηκα τον αυτοσχεδιασμό και τη σύνθεση. Το ’79 πήγα στη Ν. Υόρκη για να σπουδάσω στο Julliard και στο Mannes College. Εκεί πήγαινα σε βραδιές τζαζ, ενώ κάθε Δευτέρα και Πέμπτη γίνονταν στην πόλη τζαζ-λάτιν βραδιές, όπου όλοι του χώρου γνώριζαν τους πάντες. Βρίσκω πάντως συναρπαστικό το ότι πλέον οι μουσικοί κόσμοι έχουν ανοίξει, οι κλασικοί θέλουν να κάνουν τζαζ και οι συμφωνικές ορχήστρες καλούν κάποιον σαν εμένα να παίξει.
Αν μένατε στη χώρα σας, αν δηλαδή δεν βγαίνατε στη μεγάλη αγορά, θα είχατε κάνει την καριέρα που κάνετε;
Μάλλον όχι. Ήταν πολύ σημαντικό για μένα ότι ήρθα σε ένα μέρος που μπορούσα να κυνηγήσω τα όνειρά μου και να τα κάνω πραγματικότητα. Η Νέα Υόρκη είναι ένα τέτοιο μέρος, αφού καταφέρνει να προβάλλει τη δουλειά σου σε παγκόσμιο επίπεδο.
Θυμάστε εκείνα τα χρόνια; Ήταν δύσκολη η μετάβαση για σας;
Για να είμαι ειλικρινής, στην αρχή ήταν τρομακτικά! Πολιτιστικό σοκ. Η ένταση της Ν. Υόρκης και η ενέργεια είναι απίστευτη! Ευτυχώς πείστηκε και ήρθε μαζί μου η Σάντρα, η σύζυγός μου. Με στήριξε πάρα πολύ, με συνέπεια να γίνει και ο προσωπικός μου μάνατζερ.
«ΝΑ ΚΟΙΜΑΣΑΙ ΟΠΟΤΕ ΝΥΣΤΑΖΕΙΣ»
Αυτή είναι μια συνταγή προσωπικής ισορροπίας για κάποιον με τον δικό σας τρόπο ζωής;
Ναι, είναι ένα μυστικό. Ταξιδεύουμε πάντα μαζί και λέμε ότι το σπίτι μας είναι μεταφερόμενο! Γνωρίζουμε τόσους διαφορετικούς κόσμους, έχουμε φίλους από όλο τον κόσμο! Αλλά με μια τέτοια ζωή, όταν δίνεις ας πούμε 90 συναυλίες τον χρόνο και ζεις σε ένα συνεχές τζετ λαγκ, θέλει πολλή πειθαρχία και πρέπει να συνηθίσεις να κοιμάσαι όποτε νυστάζεις, να τρως όποτε πεινάς!
Όντως ζούμε τη «χρυσή εποχή της τζαζ» όπως είπατε κάποτε;
Έτσι πιστεύω. Ζούμε μια υπέροχη περίοδο της τζαζ. Ξέρετε, όταν πρωτοήρθα στη Ν. Υόρκη απογοητεύτηκα κάπως. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 η τζαζ ζούσε τα σκοτεινά της χρόνια. Διάβαζα τότε θυμάμαι τους New York Τimes που το σχολίαζαν και αναρωτιόμουν τι κάνω τώρα. Έπειτα όμως, στα μέσα της δεκαετίας, τα πράγματα άλλαξαν. Οι δισκογραφικές άρχισαν να ενδιαφέρονται πάλι και να ψάχνουν καινούργια ταλέντα.
Τι γνώμη έχετε, αλήθεια, για την ελεύθερη διακίνηση πνευματικής ιδιοκτησίας στο διαδίκτυο και την αποφυγή πληρωμής πνευματικών δικαιωμάτων; Θεωρείτε πειρατεία αυτή τη γενικευμένη πρακτική; Πλήττεστε και οι καλλιτέχνες της τζαζ;
Όλα έχουν δύο πλευρές. Από τη μια χάνουμε τα νόμιμα χρήματά μας, αλλά από την άλλη διευρύνεται το κοινό μας.
Κάποιοι καλλιτέχνες δεν αποβλέπουν πλέον στα κέρδη από τις πωλήσεις, αλλά στα live τους. Μάλιστα επιδιώκουν κιόλας τη διαδικτυακή διακίνηση.
Πράγματι, ξαφνικά έρχεται στα live καινούργιος κόσμος, νέος και ετερόκλητος.
Η τζαζ είναι μουσική για τους λίγους; Για αυτούς που έχουν ανάλογη μουσική παιδεία;
Όχι, δεν συμφωνώ με αυτό, υπάρχει μουσική για όλα τα γούστα. Προσωπικά, συμμερίζομαι την άποψη του Ντιουκ Έλινγκτον: «Υπάρχει καλή μουσική και όχι και τόσο καλή μουσική». Απλώς πρέπει να βρεις το κοινό σου. Κάποιες φορές δεν με πιστεύουν όταν τους λέω ότι παίζω μπροστά σε κοινό 25.000 ατόμων. Κι όμως είναι αλήθεια, τόσο είναι το κοινό ας πούμε στην Πόλη του Μεξικού ή στην Ατλάντα. Ακόμα και στην Ευρώπη γεμίζουν συναυλίες μου με πέντε και έξι χιλιάδες κόσμο!
Ακούτε άλλα είδη μουσικής; Ροκ ή ποπ λόγου χάρη;
Ναι, ακούω τα πάντα. Στην πραγματικότητα ήμουν μεγάλος φαν του Μάικλ Τζάκσον.
Πώς σχολιάζετε τον θάνατό του;
Λυπήθηκα πάρα πολύ. Ξέρω ότι θα έκανε μια σπουδαία επιστροφή, οι αριθμοί ήταν ενδεικτικοί. Είχα χαρεί για εκείνον. Ο Μάικλ ήταν ένας απίστευτος περφόρμερ, ένας άνθρωπος που δημιούργησε τάσεις, ένας οραματιστής. Ελπίζω να έχουμε πολλούς Μάικλ Τζάκσον στο μέλλον, αλλά αυτός ήταν μοναδικός, μπροστά από οποιονδήποτε άλλο.
Ήταν όμως ταυτόχρονα μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα και αρκετός κόσμος επηρεασμένος από τα θέματα της προσωπικής του ζωής ήταν αρνητικός απέναντί του. Συμφωνείτε με αυτό;
Κοιτάξτε, έχω τη γνώμη ότι άλλο πράγμα είναι ο καλλιτέχνης, ο δημιουργός και άλλο ο άνθρωπος. Οι άνθρωποι κάνουμε επιλογές στη ζωή μας. Πρέπει να τα διαχωρίζουμε αυτά τα δύο. Μην ξεχνάτε ότι ο κόσμος της τέχνης είναι γεμάτος από αντιφατικές προσωπικότητες και οι περισσότεροι καλλιτέχνες κατατρύχονται από κάποια «τρέλα».
Ποιο κομμάτι του ήταν το αγαπημένο σας;
Θα έλεγα μάλλον όλα τα κομμάτια του Thriller. Ένα φοβερό άλμπουμ!
Η ΝΤΙΣΚΟ, Ο ΣΑΝΤΑΝΑ, Ο ΤΙΤΟ ΠΟΥΕΝΤΕ
Τα καταφέρνετε και με το moondancing;
Μα βέβαια! Μπορώ να σας πω ότι με τη Σάντρα πάμε κάποιες φορές για ντίσκο. Ξέρετε, στον κόσμο φαίνεται κάπως περίεργη η εικόνα ενός κλασικού μουσικού ή ενός τζαζίστα να χορεύει ντίσκο, αλλά οι δικές μου ρίζες είναι από την Καραϊβική και εκεί, αν και η ζωή είναι δύσκολη, το πνεύμα είναι ελεύθερο, οι άνθρωποι χαρούμενοι.
Μέσα στο καλοκαίρι αυτό, καλώς εχόντων των πραγμάτων, περιμένουμε στην Ελλάδα και τον Κάρλος Σαντάνα.
Αλήθεια; Είναι εξαιρετικός. Τον γνώρισα κάποτε στο sound check, όταν με είχαν καλέσει για να παραλάβω το βραβείο Γκράμι. Εκεί ήταν και ο Κάρλος. Ήταν μια βραδιά αφιερωμένη στον Τίτο Πουέντε.
Με τον οποίο είχατε ερμηνεύσει το περίφημο Oye Como Va… Αλήθεια, ξέρω πως ο Πουέντε έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην καριέρα σας και υπάρχει και μια ιστορία πίσω από αυτό.
Πράγματι. Είμαι πολύ τυχερός γιατί το πρώτο μεγάλο συναυλιακό γεγονός έξω ήταν στο πλευρό του Πουέντε, στο Φεστιβάλ του Μόντρεαλ στον Καναδά. Το πώς έγινε είναι το θέμα. Εκείνο τον καιρό ο Τίτο είχε έναν αργεντίνο πιανίστα ο οποίος παράλληλα δούλευε και με τον Τζορτζ Μπένσον. Μετά από μια διαφιλονικία ο πιανίστας αναγκάστηκε να πάει με τον Μπένσον και ο Τίτο έμεινε χωρίς πιανίστα. Ο Αργεντίνος με είχε ακούσει σε κάποιο μπαρ στη Ν. Υόρκη και με πρότεινε. Μια μέρα λοιπόν χτυπάει το τηλέφωνο και μου λένε: «Είναι ο Τίτο Πουέντε στο τηλέφωνο και θέλει να σου μιλήσει» και τους απαντάω: «Κόψτε την πλάκα!».
Μοιραία συνάντηση, από αυτές που σου συμβαίνουν λίγες φορές στη ζωή σου, ε;
Ναι, έτσι είναι. Από την άλλη, αυτό είναι ένα από τα καλά της Ν. Υόρκης. Στα μπαρ και στα live πάνε όλοι οι μουσικοί, ο ένας βλέπει τον άλλο και αν είσαι καλός θα συζητηθείς και κάποια μέρα θα σε προτείνουν.
ΖΩ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ
Πώς είναι μια τυπική μέρα σας στη Ν. Υόρκη;
Ξυπνάω νωρίς και ανοίγω το Ίντερνετ. Είμαι μεγάλος φαν. Τσεκάρω την αλληλογραφία μου, απαντάω στα μέιλ μου, ενημερώνομαι για τα νέα. Μετά θα κάνω τη γυμναστική μου και σίγουρα θα δουλέψω τέσσερις ώρες στο πιάνο.
Αν το πιάνο ήταν όργανο του σώματός σας, ποιο λέτε να ήταν;
Χμμ, η προέκταση των δαχτύλων μου.
Μα δεν είναι ήδη; Αυτή η ιδιαίτερη σχέση που έχετε με αυτό το όργανο…
Έχετε δίκιο. Ξέρετε, στάθηκα πολύ τυχερός στη ζωή μου, αφού είχα πολύ καλούς δασκάλους. Ένας από αυτούς μια μέρα μου έδεσε τα μάτια και με έμαθε να παίζω στα τυφλά. Όταν φτάνεις στο σημείο να παίζεις με δεμένα τα μάτια, μέσα στο σκοτάδι και να παίζεις όμορφα, τότε αυτό είναι. Η σχέση σου με αυτό το όργανο έχει περάσει σε ένα άλλο επίπεδο. Ο δεσμός δεν είναι πια σωματικός αλλά ψυχικός, είναι πλέον μέρος του χώρου σου, του εσωτερικού σου χώρου.
Η ίδια σχέση σάς συνδέει και στο Τρίο;
Θα μπορούσε να πει κανείς πως ναι. Το Τρίο μου είναι σαν μια κινητή μίνι ορχήστρα. Είναι σαν το σχήμα τρίγωνο. Αν η κορυφή σολάρει τότε χρειάζεται δύο γερές βάσεις που θα τη στηρίξουν. Είμαστε άλλωστε σαν οικογένεια.
Ένας άνθρωπος σαν εσάς, που έχει πάρει πολλές επιβραβεύσεις από τη ζωή και έχει κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα, τι άλλο μένει για να κατακτήσει;
Ζω τη ζωή μου σαν μια μακρά εμπειρία. Αν είσαι ενθουσιασμένος με το επόμενο βήμα σου παραμένεις πάντα φρέσκος. Το σημαντικό είναι να παραμένεις φρέσκος, να αφήνεις την ενέργεια να ρέει και να σε συμπαρασύρει. Να είσαι ταπεινός σε όλη τη διαδικασία. Μόνο έτσι μπορείς να επεκτείνεις τον κόσμο σου και έτσι τα πάντα είναι πιθανά και μπορούν να σου συμβούν. Υπάρχει πάντα κάτι παραπάνω που θα μάθεις για την τέχνη σου, κάτι που θα μάθεις για τον εαυτό σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου