11/7/09

Editorial: Από τα σκυλιά του Καστελούτσι στην κυρία Βίσση

Πριν από μερικές εβδομάδες το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ) είχε σοβαρές αντιρρήσεις να παιχτεί στο Ωδείον του Ηρώδου του Αττικού (που χάριν συντομίας θα το λέμε Ηρώδειο, κι ας μας μαλώσουν οι σχολαστικοί λεξικογράφοι) η Κόλαση του Ρομέο Καστελούτσι. Οι αρχαιολόγοι του ΚΑΣ που έχουν την ευθύνη για την προστασία των μαρμάρων δεν έφεραν αντιρρήσεις για το περιεχόμενο της παράστασης, φοβήθηκαν όμως μήπως το ρωμαϊκό ωδείο που, από τη δεκαετία του 1950, φιλοξενεί παραστάσεις, συναυλίες, κονσέρτα, «καταπονηθεί» εξαιτίας του ότι (εκπαιδευμένα) σκυλιά θα την έπεφταν να κατασπαράξουν τον σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή κι ακόμα επειδή θα εμφανιζόταν επί σκηνής ένα άλογο. Η συζήτηση δεν άνοιξε καν, η παράσταση μεταφέρθηκε στο Θέατρο της Πειραιώς 260, που ως χώρος βιομηχανικής αρχαιολογίας δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία των φυλάκων των μαρμάρων.
Απ’ τα σκυλιά του Καστελούτσι στην κυρία Άννα Βίσση μεσολαβεί άβυσσος. Ωστόσο, οι αρχαιολόγοι του ΚΑΣ κλήθηκαν να γνωμοδοτήσουν και γι’ αυτή, να πουν δηλαδή αν εγκρίνουν να παραχωρηθεί το Ηρώδειο και για δική της συναυλία, την περίοδο που ο χώρος παραχωρείται σε καλλιτέχνες εκτός του Φεστιβάλ Αθηνών. Στην αρχή είπαν όχι, κρίνοντας πιθανόν ότι δεν καταπονούνται τα μάρμαρα από το θέαμα αλλά ότι δεν αρμόζει το θέαμα στα μάρμαρα, στο τέλος όμως υπαναχώρησαν και γνωμοδότησαν ότι, τελικά, αρμόζει το θέαμα (και το ακρόαμα) στα μάρμαρα. Έπειτα από πολλές σκέψεις, από πολλή βάσανο, βρε παιδί μου, μάλλον σωστά, έμειναν στον τύπο και δεν μπήκαν στην ουσία. Και έτσι, η κυρία Βίσση, που μας εκπροσώπησε στη Γιουροβίζιον, θα ψάλει και στο Ηρώδειο.

Όσες και όσοι ήδη φρίττετε επειδή έχετε πειστεί ότι η είσοδος τραγουδιστών του λαϊκοπόπ στο Ηρώδειο σηματοδοτεί την άλωση του τελευταίου χώρου της πρωτεύουσας που φιλοξενεί την «ποιότητα», μάλλον δεν έχετε δίκιο. Σκεφτείτε λιγάκι πιο ψύχραιμα. Ακόμα κι αν, μετά την οικοδόμησή του, στα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ., φιλοξένησε παραστάσεις θεάτρου που ίσως στην εποχή τους θεωρούνταν αξιοπρεπείς, έναν αιώνα μετά, όταν στη σημερινή ελληνική πρωτεύουσα είχαν μπουκάρει οι επιδρομείς Έρουλοι, χρησίμευσε για ένα διάστημα ως αρένα για μονομαχίες, ακόμα και για ταυρομαχίες. Θα πείτε, βεβαίως, ότι όταν αναμετριέται κανείς με την Ιστορία, εστιάζει στο σημείο που προτιμά. Εν προκειμένω, ως έθνος, εστιάζουμε στα μάρμαρα και αγνοούμε άλλες ιστορικές «λεπτομέρειες». Και στο κάτω κάτω, όταν αναστηλώθηκε το Ηρώδειο, το 1950, χρησιμοποιήθηκαν άπειρες ποσότητες μαρμάρων Υμηττού.
Τη σημερινή δόξα του Ηρωδείου, που το κάνει περιζήτητο συναυλιακό χώρο, δεν του τη χάρισαν τα μάρμαρα – κι ας κάνουν εκκλήσεις οι αρχαιολόγοι να μην κολλάμε πάνω τους τσίκλες ή να μην τα φθείρουν οι κυρίες με τις γόβες στιλέτο. Τη δόξα του τού τη χάρισαν οι παραστάσεις που φιλοξένησε, σε ένα ήσυχο και όμορφο σημείο της Αθήνας που δεν «αξιοποίησαν» οι δεκαετίες της αντιπαροχής. Τη δόξα του τη χάρισαν οι σπουδαίες προσωπικότητες των καλλιτεχνικών θεαμάτων που εμφανίστηκαν εκεί, όλες στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ Αθηνών: ο Μητρόπουλος και η Κάλλας, ο Ροστροπόβιτς και ο Παβαρότι, ο Θεοδωράκης και ο Χατζιδάκις, ο Μπάρενμποϊμ αλλά κι η Λόρι Άντερσον. Ο Ροντήρης και ο Κουν, ο Στρέλερ και ο Πίτερ Χολ, το Θέατρο Νο και η Όπερα του Πεκίνου. Ο Μπαλανσίν κι η Πίνα Μπάους, ο Νουρέγιεφ με τη Φοντέιν κι η Μάρθα Γκράχαμ… Δεκάδες, εκατοντάδες σπουδαίοι διεθνείς καλλιτέχνες εμφανίστηκαν στο Ηρώδειο, αυτοί του έδωσαν σύγχρονο κύρος, γι’ αυτό έγινε περιζήτητο.
Κι ύστερα, κάποια στιγμή, το Ηρώδειο έγινε στόχος όχι φιλότεχνων, αλλά μιας άλλης ειδικής κατηγορίας συμπολιτών μας: των καθ’ έξιν κοσμικών. Που δεν νοιάζονται τόσο να δουν και ν’ ακούσουν αλλά να τους δουν και να τους ακούσουν.

Το Ηρώδειο λειτούργησε ως θέατρο το 1955, όταν ο Γεώργιος Ράλλης, υπουργός Προεδρίας στην κυβέρνηση Παπάγου, αποφάσισε ότι χρειαζόταν ένας χώρος για να φιλοξενεί τις τέχνες του υψηλού – καταφανώς, δηλαδή, την ακαδημαϊκή εκδοχή του θεάτρου, της μουσικής, του χορού. Πολύ σύντομα, όμως, το 1959 με τους αριστοφανικούς Όρνιθες στη σκηνοθεσία του Κουν, αποδείχτηκε ότι η ακαδημαϊκή εκδοχή του υψηλού δεν ταυτίζεται πάντοτε με τη θέση των καλλιτεχνών. Από την άλλη, τα χρόνια επιβεβαίωσαν ότι δεν αρκούν ο χώρος και η πρόθεση (το Ηρώδειο και η ακαδημαϊκή προσέγγιση) για να παρουσιαστεί σπουδαία τέχνη. Όλοι, υπό το πρόσχημα του υψηλού, έχουμε φάει φέσια, έχουμε δει πατάτες κι έχουμε τραβήξει τα μαλλιά μας (όσοι έχουν).
Δεν είναι λοιπόν ο χώρος, είναι ο θεσμός. Το Ηρώδειο δεν απέκτησε κύρος επειδή είναι κάτω από την Ακρόπολη ούτε επειδή διαχειρίζονται το νόημά του οι αρχαιολόγοι. Απέκτησε κύρος επειδή είχαν νόημα οι καλλιτεχνικές προτάσεις του. Όσο πιο ανοιχτές, πιο κοσμοπολίτικες, πιο διεθνείς ήταν αυτές οι προτάσεις, τόσο το καλύτερο και για το θέατρο.
Με άλλα λόγια, το Ηρώδειο απέκτησε κύρος επειδή ήταν (και συνεχίζει να είναι) χώρος εκδηλώσεων του Φεστιβάλ Αθηνών (που ευτυχώς, απλώθηκε σε όλη την πόλη και που, ήδη, η οδός Πειραιώς είναι συνώνυμη του πειραματισμού και των νέων ρευμάτων). Επειδή, κατά το μάλλον, οι εκάστοτε υπεύθυνοι για το πρόσωπο του Φεστιβάλ διαφύλαξαν το κύρος του θεάτρου με τις επιλογές τους. Χάρη στις επιλογές του Φεστιβάλ, μάλιστα, τα τελευταία χρόνια, το Ηρώδειο (που για αρκετά χρόνια διεθνώς ήταν συνώνυμο του τουριστικού κοσμοπολιτισμού, ο οποίος πάει ασορτί με επιφανειακά και διόλου ριψοκίνδυνα θεάματα) ανέκτησε το κύρος που τόσο πολύ ζηλεύει η γκλαμουριά.
Αν λοιπόν μας ενδιαφέρει αυτό το κύρος, αν δηλαδή αντιλαμβανόμαστε πόσο ενισχύει το ευρωπαϊκό, κοσμοπολίτικο, ζωντανό πρόσωπο της πρωτεύουσας το Φεστιβάλ Αθηνών, ας κάνουμε το απλούστατο: από του χρόνου, το Ηρώδειο να λειτουργεί λιγότερο και μόνο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Όχι τίποτα άλλο, αλλά για να απαλλαγούν και οι αρχαιολόγοι από το βάρος της συσχέτισης κοσμικότητας με αρχαίο πνεύμα αθάνατο.

Ηλίας Κανέλλης

Δεν υπάρχουν σχόλια: